Ενεργοποιήθηκε πρόσφατα το εθνικό μητρώο εμβολιασμού και το ψηφιακό βιβλιάριο υγείας του παιδιού, συμβάλλοντας στον ψηφιακό μετασχηματισμό της παρακολούθησης της υγείας και εμβολιαστικής κάλυψης των παιδιών της χώρας μας. Και οι δύο υπηρεσίες εκπληρώνουν παλιότερο αίτημα των παιδιάτρων και των παιδιατρικών επιστημονικών ενώσεων, καθώς δίνουν τη δυνατότητα για αποτελεσματικότερη οργάνωση της φροντίδας της υγείας των παιδιών και ενσωμάτωση σημαντικών πληροφοριών στον ατομικό φάκελο υγείας.

Συχνά το χάρτινο βιβλιάριο υγείας του παιδιού χάνεται ή καταστρέφεται με αποτέλεσμα σημαντικές πληροφορίες για την υγεία και την εμβολιαστική κάλυψη των παιδιών να μην είναι διαθέσιμες στον θεράποντα γιατρό. Έως σήμερα κανείς δεν μπορούσε να απαντήσει με σιγουριά ποια είναι η εμβολιαστική κάλυψη του γενικού πληθυσμού για τα βασικά εμβόλια που περιλαμβάνονται στο εθνικό πρόγραμμα εμβολιασμών, πληροφορία πολύ σημαντική για προγραμματισμό υπηρεσιών υγείας ή και αντιμετώπιση επιδημικών εξάρσεων. Ακόμη πιο συχνά σε ειδικές ομάδες πληθυσμού όπως οι Ρομά, πρόσφυγες ή μετανάστες, οι πληροφορίες για την εμβολιαστική τους κάλυψη είναι ανεπαρκείς ή άγνωστες.

Τι αλλάζει με το ψηφιακό βιβλιάριο υγείας παιδιού

Στο ερώτημα πόσοι από τους ενήλικες αναγνώστες έχουν το παιδιατρικό βιβλιάριο εμβολίων ώστε να γνωρίζουν τα εμβόλια που πιθανά τους υπολείπονται, ελάχιστοι θα μπορούσαν να απαντήσουν θετικά. Αυτή όμως η πληροφορία είναι πολύ σημαντική σε περιόδους επιδημιών, π.χ. όπως η επιδημία ιλαράς του 2017-2018 που λίγοι μπορούσαν να τεκμηριώσουν την προηγούμενη λήψη των δύο απαραίτητων δόσεων του εμβολίου.

Παρότι οι ψηφιακές εφαρμογές δημιουργούνται με καλές προθέσεις για μείωση της γραφειοκρατίας και εξυπηρέτηση του πολίτη για να πετύχουν το στόχο τους απαιτούνται κάποιες προϋποθέσεις. Συχνά τέτοιες εφαρμογές δημιουργούνται από ειδικούς στους υπολογιστές και τα προγράμματα, χωρίς όμως να υπάρχει επαρκής γνώση για το ποια είναι η ροή της δουλειάς του παιδιάτρου που θα τις χρησιμοποιήσει. Χρειάζεται διαρκής επαναξιολόγηση και βελτίωση με τη βοήθεια των τελικών χρηστών, δηλαδή των παιδιάτρων που ασκούν πρωτοβάθμια παιδιατρική και κάνουν εμβολιασμούς τόσο σε ιδιωτικές όσο και δημόσιες δομές, αλλά και των γονέων που μπορεί να υπολείπονται σε ψηφιακές δεξιότητες. Επομένως, θα πρέπει μετά από σύντομο διάστημα εφαρμογής τους να ζητηθεί πάλι η γνώμη των τελικών χρηστών, ώστε να γίνονται πιο φιλικές στη χρήση και να ικανοποιούν τις ανάγκες τους.

Επιπλέον, θα πρέπει να αναβαθμιστούν οι ψηφιακές δυνατότητες (υπολογιστές, δίκτυα) στις δημόσιες δομές, που βρίσκονται σε κακή κατάσταση, ώστε να μπορούν οι παιδίατροι να χρησιμοποιούν τις παραπάνω εφαρμογές. Ακόμη, θα πρέπει να είναι υποχρεωτική η χρήση τους με κινητά ηλεκτρονικά μέσα σε κλιμάκια δημόσιων ή ιδιωτικών φορέων που πηγαίνουν σε καταυλισμούς, δομές ειδικών ομάδων, νησιά και εφαρμόζουν εμβολιασμούς, χωρίς να υπάρχει σαφής μέθοδος καταγραφής τους.

Εάν οι υπηρεσίες αυτές δεν «αγκαλιαστούν» από παιδιάτρους και γονείς δεν θα μπορέσουν να επιτελέσουν το σκοπό για τον οποίο δημιουργήθηκαν. Για να γίνει αυτό θα πρέπει να εξυπηρετούν την καθημερινή ροή της εργασίας των γιατρών και να είναι χρήσιμες στους γονείς. Τελικά, όλες οι ηλεκτρονικές εφαρμογές, ανεξάρτητα από τον σκοπό και τις καλές προθέσεις, κρίνονται από την χρησιμότητα και την ευχρηστία τους.

 

Ευχαριστούμε για τη συνεργασία τον κ. Αθανάσιο Μίχο, Καθηγητή Παιδιατρικής-Λοιμωξιολογίας Ιατρικής Σχολής Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών Α΄ Παιδιατρική Κλινική ΕΚΠΑ, Νοσοκομείο Παίδων «Η Αγία Σοφία», Εθνικό μητρώο εμβολιασμών και ψηφιακό βιβλιάριο υγείας παιδιού