Κάπνισμα και εγκυμοσύνη Tο κάπνισμα επηρεάζει σημαντικά την αναπνευστική λειτουργία των νεογνών, αυξάνει τη συχνότητα των αναπνευστικών νοσημάτων κατά την παιδική ηλικία και ενέχει κινδύνους για χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια κατά την ενήλικη ζωή. Κι αυτό γιατί η νικοτίνη και το μονοξείδιο του άνθρακα που εισπνέουν οι καπνίστριες, φτάνει στο μωρό διά μέσω του πλακούντα και εμποδίζει τις θρεπτικές ουσίες να φτάσουν στο έμβρυο, ενώ περιορίζει το ποσοστό του οξυγόνου που παίρνει. Η μεγάλη συγκέντρωση καδμίου (τοξικού στοιχείου που περιέχεται στο τσιγάρο) στο αίμα αυξάνει, επίσης, τον κίνδυνο προεκλαμψίας και μπορεί να προκαλέσει οξειδωτικό στρες στο έμβρυο. Σύμφωνα με τις έρευνες, το κάπνισμα ευθύνεται για μεγάλο μέρος των αποβολών, την περιγεννητική θνησιμότητα, τις συγγενείς ανωμαλίες και τους πρόωρους τοκετούς, ενώ επιδρά αρνητικά και στην υγεία της εγκύου, καθώς αυξημένη παρουσιάζεται στις καπνίστριες η συχνότητα της αποκόλλησης του πλακούντα, του πρόδρομου πλακούντα, των αιμορραγιών και της πρόωρης ρήξης του θυλακίου. Το κάπνισμα αυξάνει τις πιθανότητες γέννησης λιποβαρών νεογνών. Τα λιποβαρή μωρά έχουν περισσότερες πιθανότητες να χρειαστούν ειδική φροντίδα και να πρέπει να παραμείνουν στο νοσοκομείο για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Οι πιθανότητες να γεννηθούν νεογνά με συγγενείς ανωμαλίες και καρδιοπάθειες διπλασιάζονται με το κάπνισμα. Το κάπνισμα κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης αυξάνει τις πιθανότητες γέννησης παιδιών που θα παρουσιάσουν κατά την έναρξη της παιδικής ηλικίας προβλήματα συμπεριφοράς, υπερκινητικότητα και προβλήματα συγκέντρωσης. Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα, κάθε τσιγάρο μιας εγκύου αυξάνει κατά 5% τις πιθανότητες να αποκτήσει παιδί με στραβισμό. Το παθητικό κάπνισμα μπορεί να προκαλέσει αιφνίδιο βρεφικό θάνατο, ενώ ενδέχεται να σχετίζεται με αυξημένη επίπτωση λευχαιμίας, λεμφώματος και εγκεφαλικών όγκων κατά την παιδική ηλικία. Τα παιδιά των καπνιστριών παρουσιάζουν εύκολα βήχα, ωτίτιδες και κρυολογούν πιο εύκολα. Σύμφωνα με πρόσφατες έρευνες, τα παιδιά των καπνιστριών παρουσίασαν συχνότερα διαβήτη και προδιάθεση για παχυσαρκία. Τόσο ο μόλυβδος όσο και ο υδράργυρος που περιέχονται στο τσιγάρο, επηρεάζουν πολύ τη νευροανάπτυξη του μωρού, την εγκεφαλική λειτουργία, το IQ και τη νοημοσύνη του.
-Όπως αναφέρει δημοσίευμα του περιοδικού «Human Reproduction Update», της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ανθρώπινης Αναπαραγωγής και Εμβρυολογίας, το κάπνισμα σχετίζεται άμεσα με ανωμαλίες στο στόμα και το πρόσωπο του εμβρύου, οι οποίες ήδη εμφανίζονται κατά την τρίτη εβδομάδα της εγκυμοσύνης (το λεγόμενο λαγώχειλο). Αυτή είναι μια επισφαλής χρονική στιγμή για το έμβρυο, και το κάπνισμα μπορεί να παρεμποδίσει τη διαδικασία ανάπτυξής του.
Κάπνισμα και θηλασμός Σύμφωνα με μελέτες, οι μητέρες που θηλάζουν και καπνίζουν, δημιουργούν διαταραχές ύπνου στο νεογέννητο, μιας που το γάλα τους περιέχει υψηλές συγκεντρώσεις νικοτίνης.
Σύμφωνα με το δημοσίευμα LLLI THE BREASTFEEDING ANSWER BOOK, το «βαρύ» κάπνισμα μπορεί να μειώσει την προσφορά γάλακτος της μητέρας και σε σπάνιες περιπτώσεις έχει προκαλέσει συμπτώματα στο μωρό, όπως ναυτία, εμετός, κοιλιακές κράμπες και διάρροια. Κρατώντας το κάπνισμα στο ελάχιστο, μια μητέρα μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο. Όταν μια μητέρα καπνίζει ένα τσιγάρο, τα επίπεδα νικοτίνης στο αίμα της και στο γάλα πρώτα αύξάνονται και στη συνέχεια μειώνονται με την πάροδο του χρόνου. Ο χρόνος ημίσειας ζωής της νικοτίνης (το ποσό του χρόνου που χρειάζεται ωστε το ήμισυ της νικοτίνης να εξαλειφθεί από το σώμα) είναι ενενήντα πέντε λεπτά. Για το λόγο αυτό, μια μητέρα θα πρέπει να αποφεύγουν το κάπνισμα ακριβώς πριν και σίγουρα κατά τη διάρκεια μιας σίτισης. Το κάπνισμα της μητέρας έχει σχέση με τον πρόωρο απογαλακτισμό, μειώνει την παραγωγή γάλακτος, και αναστέλλει το αντανακλαστικό του γάλακτος. Επίσης, σύμφωνα με μελέτη του Ιδρύματος Hopkinson, το κάπνισμα μειώνει σημαντικά την παραγωγή μητρικού γάλακτος σε δύο εβδομάδες μετά τον τοκετό από 514 ml ανά ημέρα σε μη-καπνιστές σε 406 ml ανά ημέρα καπνίστριες μητέρες. Οι μητέρες που καπνίζουν έχουν επίσης ελαφρώς υψηλότερους ρυθμούς μεταβολισμού και μπορεί να είναι πιο αδύνατες από τις μη καπνίστριες μητέρες, ως εκ τούτου, η θερμιδική αποθήκη για τη γαλουχία μπορεί να είναι χαμηλή και η μητέρα μπορεί να χρειαστεί να τρώει περισσότερο. Το κάπνισμα επίσης έχει συνδεθεί με τους βρεφικούς κολικούς. Σε μια μελέτη, το 40% των βρεφών που θηλάζουν από καπνίστριες είχαν βαθμολογηθεί ως επιρρεπή στους κολικούς, σε σύγκριση με το 26% των βρεφών που θήλαζαν από μη καπνίστριες. Με τη συνεργασία του Γρηγόρη Κυρούση (γυναικολόγος-μαιευτήρας, διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Αθηνών).
Σύμφωνα με μια αμερικανική μελέτη οι μητέρες που θηλάζουν και καπνίζουν μπορεί να μειώνουν την διάρκεια του ύπνου του μωρού τους. Βρέθηκε πως τα μωρά των οποίων οι μητέρες καπνίζουν λίγο πριν τον θηλασμό κοιμούνται 20 λεπτά λιγότερο κατά τις επόμενες τρεισήμισι ώρες, συγκριτικά με μωρά των οποίων οι μητέρες απέχουν του καπνίσματος για αρκετές ώρες.
Σύμφωνα με μια αμερικανική μελέτη οι μητέρες που θηλάζουν και καπνίζουν μπορεί να μειώνουν την διάρκεια του ύπνου του μωρού τους. Βρέθηκε πως τα μωρά των οποίων οι μητέρες καπνίζουν λίγο πριν τον θηλασμό κοιμούνται 20 λεπτά λιγότερο κατά τις επόμενες τρεισήμισι ώρες, συγκριτικά με μωρά των οποίων οι μητέρες απέχουν του καπνίσματος για αρκετές ώρες.
Σύμφωνα με μια αμερικανική μελέτη οι μητέρες που θηλάζουν και καπνίζουν μπορεί να μειώνουν την διάρκεια του ύπνου του μωρού τους. Βρέθηκε πως τα μωρά των οποίων οι μητέρες καπνίζουν λίγο πριν τον θηλασμό κοιμούνται 20 λεπτά λιγότερο κατά τις επόμενες τρεισήμισι ώρες, συγκριτικά με μωρά των οποίων οι μητέρες απέχουν του καπνίσματος για αρκετές ώρες.
Σύμφωνα με μια αμερικανική μελέτη οι μητέρες που θηλάζουν και καπνίζουν μπορεί να μειώνουν την διάρκεια του ύπνου του μωρού τους. Βρέθηκε πως τα μωρά των οποίων οι μητέρες καπνίζουν λίγο πριν τον θηλασμό κοιμούνται 20 λεπτά λιγότερο κατά τις επόμενες τρεισήμισι ώρες, συγκριτικά με μωρά των οποίων οι μητέρες απέχουν του καπνίσματος για αρκετές ώρες.