«Γιατί κλαις», ρώτησε ένα μικρό αγόρι τη μαμά του.  «Επειδή είμαι μια μητέρα» του απάντησε.  «Δεν καταλαβαίνω», είπε εκείνο.  Η μαμά του τον αγκάλιασε και του είπε: «ποτέ δε θα καταλάβεις»! …Αργότερα το μικρό αγόρι ρώτησε τον πατέρα του γιατί η μαμά φάνηκε να κλαίει χωρίς λόγο.  «Όλες οι μητέρες κλαίνε χωρίς λόγο», του απάντησε μόνο ο μπαμπάς του. Το μικρό αγόρι μεγάλωσε και έγινε άνθρωπος, ακόμα  αναρωτιόταν γιατί οι μητέρες κλαίνε.  Έτσι παρακάλεσε τον Θεό να του πει γιατί οι μητέρες  κλαίνε τόσο εύκολα. Ο Θεός του απάντησε: «Άκου γιε μου, όταν δημιούργησα τις μητέρες τις έκανα πολύ «ξεχωριστές».. Έκανα τους ώμους τους δυνατούς για να σηκώνουν το βάρος του κόσμου, αλλά και τρυφερούς για να τους αγκαλιάζουν όλους…  …Τους έδωσα εσωτερική δύναμη για να αντέξουν τον τοκετό, αλλά και τη δύναμη ν’ αντέξουν και την απόρριψη που πολλές φορές θα έπαιρναν από τα παιδιά τους …Τους έδωσα  δύναμη για να φροντίζουν την οικογένεια τους (ακόμα και στις πιο σκληρές συνθήκες), χωρίς να διαμαρτύρονται.  ..Τους έδωσα την ευαισθησία να αγαπούν τα παιδιά τους  κάτω από όλες τις συνθήκες, ακόμα και όταν το παιδί τους τις έχει πειράξει  τους πολύ άσχημα.  …Τους έδωσα όμως κι ένα δάκρυ να ρίξουν. Αυτό το δάκρυ είναι δικό τους αποκλειστικά και το χρησιμοποιούν μόνο όταν είναι απαραίτητο.  …Αυτή είναι η μόνη αδυναμία τους… …Αυτό το δάκρυ τους για την…ανθρωπότητα»