1. Το σωματικό βάρος συνδέεται άμεσα με τη γονιμότητα Συγκεκριμένα, οι ακραίες καταστάσεις, τόσο η υπερβολική αδυναμία όσο και η παχυσαρκία συνδέονται σε όλες τις έρευνες με προβλήματα υπογονιμότητας. Για τα παχύσαρκα άτομα θεωρείται ότι χρειάζονται περισσότερο χρόνο προκειμένου να συλλάβουν –σε σχέση με όσα έχουν υγιές βάρος- ενώ για όσα έχουν Δείκτη Μάζας Σώματος (ΔΜΣ) εχόμενες επιπλοκές κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Για να βρείτε το δικό σας ΔΜΣ διαιρέστε το βάρος σας (σε κιλά) με το τετράγωνο το ύψους (σε μέτρα). Για παράδειγμα, μια γυναίκα που έχει ύψος 1,65 και είναι 65 κιλά έχει ΔΜΣ 65: 1,65² = 23,8 2. Η διατροφή δεν έχει ιδιαίτερη σχέση με τη γονιμότητα Παρόλο που για αρκετά χρόνια πιστεύαμε ότι κάποιες τροφές μπορεί να συμβάλλουν στην αύξηση της γονιμότητας, δεν υπάρχουν αρκετές επιστημονικές ενδείξεις ότι αυτό συμβαίνει στ’ αλήθεια. Μια μεμονωμένη πρόσφατη έρευνα προτείνει την κλασική μεσογειακή διατροφή –πλούσια σε ελαιόλαδο, ψάρια και λαχανικά- σαν την ιδανική για ζευγάρια που προσπαθούν να συλλάβουν. 3. Το γεγονός ότι κάποιος έχει ήδη αποκτήσει παιδί δεν εγγυάται τη γονιμότητά του στο μέλλον Αυτό ισχύει κυρίως για τους άντρες, καθώς τόσο ο αριθμός όσο και η ποιότητα των σπερματοζωαρίων μπορεί να αλλάξουν σημαντικά στο χρόνο. Γι’ αυτό, μη θεωρείτε ότι μια προηγούμενη σύλληψη αποτελεί εγγύηση για επιτυχία σε μελλοντική προσπάθεια. Ο μόνος τρόπος να είστε σίγουροι είναι κάνοντας ένα σπερμοδιάγραμμα. 4. Στις περισσότερες περιπτώσεις, το στρες δεν ευθύνεται για την υπογονιμότητα  Εάν εξαιρέσουμε κάποιες σπάνιες περιπτώσεις όπου το υπερβολικό στρες ή μια ακραία συναισθηματική κατάσταση μπορεί να καταστείλει την ωορρηξία, το άγχος δεν φαίνεται να επηρεάζει σημαντικά τη γονιμότητα αντρών και γυναικών. Μάλιστα, οι επιστήμονες θεωρούν πως οι λόγοι για τους οποίους είναι πιθανότερο ένα ζευγάρι να συλλάβει στην περίοδο των διακοπών έχουν να κάνουν λιγότερο με την καλή ψυχολογία και περισσότερο με την αυξημένη συχνότητα των ερωτικών επαφών. 5. Οι περισσότερες γυναίκες που έχουν πρόβλημα στις σάλπιγγες δεν το γνωρίζουν Περίπου το 10% των περιπτώσεων υπογονιμότητας οφείλεται σε προβλήματα στις σάλπιγγες. Τα προβλήματα αυτά στην πλειοψηφία τους συνδέονται με παλαιότερες κολπικές λοιμώξεις και με σεξουαλικώς μεταδιδόμενες ασθένειες όπως τα χλαμύδια. Το πρόβλημα είναι ότι πολλές φορές τέτοιες ασθένειες δεν εκδηλώνουν έντονα συμπτώματα, με αποτέλεσμα να μην οδηγηθεί η γυναίκα στο γιατρό για την κατάλληλη θεραπεία και να μη μάθει ποτέ ότι προσβλήθηκαν οι σάλπιγγές της –μέχρι τουλάχιστον να αρχίσει να αναζητά τα αίτια της δυσκολίας της να συλλάβει. Συνήθως, οι γυναικολόγοι συνιστούν σαλπιγγογραφία στην περίπτωση που ένα ζευγάρι προσπαθεί χωρίς επιτυχία να συλλάβει για οχτώ μήνες ή περισσότερο. 6. Η αυξημένη θερμοκρασία σώματος δεν αποτελεί ένδειξη ωορρηξίας Πολλές γυναίκες συνηθίζουν να μετρούν τη θερμοκρασία του σώματός τους κάθε πρωί, ώστε να εντοπίσουν την ημέρα της ωορρηξίας τους, καθώς θεωρείται ότι εκείνη την ημέρα η ένδειξη στο θερμόμετρο είναι ελαφρώς υψηλότερη. Στην πραγματικότητα όμως η αύξηση της θερμοκρασίας που πράγματι προκαλείται εξαιτίας της αύξησης της προγεστερόνης συμβαίνει μετά την ωορρηξία και όχι πριν από αυτήν. Έτσι, είναι μάλλον δύσκολο να εντοπίσει μια γυναίκα πότε είναι πιο γόνιμη με αυτή τη μέθοδο. Αντίθετα, τα τεστ που μετρούν την ωχρινοποιητική ορμόνη –η οποία προκαλεί την απελευθέρωση του ωαρίου από την ωοθήκη– είναι πιο ασφαλής μέθοδος. 7. Ο σταθερός κύκλος αποτελεί ένδειξη κανονικής ωορρηξίας Οι περισσότερες γυναίκες έχουν κύκλο 24 έως 35 ημερών. Όταν είναι σταθερός –δηλαδή αδιαθετούν κάθε φορά μετά από 25, 26, 27, 28 κ.ο.κ. μέρες- τότε και η ωορρηξία τους πραγματοποιείται σταθερά κάθε μήνα. Αντίθετα, όταν ο κύκλος είναι ακανόνιστος, το ίδιο συμβαίνει και με την ωορρηξία. Ακανόνιστο κύκλο έχουν συνήθως και οι γυναίκες που δεν έχουν καθόλου ωορρηξία –πιθανότατα εξαιτίας του συνδρόμου πολυκυστικών ωοθηκών. 8. Ο πιο σημαντικός παράγοντας που επηρεάζει τη γονιμότητα είναι γενετικός Οι γυναίκες γεννιούνται έχοντας ήδη στις ωοθήκες τους ένα συγκεκριμένο αριθμό ωαρίων. Ο αριθμός αυτός είναι που καθορίζει κυρίως το εύρος του χρόνου για το οποίο θα είναι γόνιμες. Συνήθως, γεννιόμαστε με περίπου 2 εκατομμύρια ωάρια, ωστόσο, για κάθε ένα που απελευθερώνεται κάθε μήνα κατά τη διάρκεια της αναπαραγωγικής μας ηλικίας, άλλα 1000 περίπου καταστρέφονται εξαιτίας της φυσιολογικής διαδικασίας καταστροφής των κυττάρων μας. Άλλοι παράγοντες που επιδρούν αρνητικά στα ωάρια είναι το κάπνισμα και κάποια είδη χημειοθεραπείας.