Τα τελευταία χρόνια, η ενασχόληση με το σπέρμα και την ουσιαστική συμβολή του στα προβλήματα υπογονιμότητας είναι ιδιαίτερα έντονη. Οι πιο πρόσφατες μελέτες ανέφεραν ότι το μέγεθος του σπερματοζωαρίου και κυρίως το μέγεθος της κεφαλής του έπαιζαν καθοριστικό ρόλο. Όμως, σύμφωνα με νεότερα στοιχεία από αμερικανική μελέτη, η μεταβλητότητα στο μήκος του σπερματοζωαρίου είναι ο βασικός παράγοντας που μπορεί να επηρεάσει την αναπαραγωγική διαδικασία.
Η σχετική έρευνα, που δημοσιεύτηκε στην επιστημονική επιθεώρηση Human Reproduction, πραγματοποιήθηκε στο Πανεπιστήμιο Μπράουν του Ρόουντ Άιλαντ στη Νέα Υόρκη. Ο επικεφαλής, δρ. Τζέιμς Μόσμαν, και οι συνεργάτες του μελέτησαν δείγματα σπέρματος 100 περίπου αντρών, που συμμετείχαν εθελοντικά σε μελέτη γονιμότητας το 2006.
Παρατήρησαν, λοιπόν, ότι υπήρχε μεγάλη μεταβλητότητα στο μήκος των σπερματοζωαρίων, ειδικά στην ουρά -το μήκος της ποίκιλλε κατά 20%-, και χαμηλότερη συγκέντρωση των σπερματοζωαρίων με καλή κινητικότητα. Αντίθετα, οι άντρες που είχαν μικρότερες διακυμάνσεις στο μήκος των τμημάτων των σπερματοζωαρίων τους, παρήγαγαν πιο κινητικό σπέρμα. Επιπλέον, το μήκος της κεφαλής του σπερματοζωαρίου ποίκιλλε κατά 20%, ενώ το μεσαίο τμήμα -στο οποίο εμπεριέχονται τα μιτοχόνδρια- είχε μεγαλύτερη μεταβλητότητα.
Όπως επισημαίνει ο δρ. Μόσμαν, «ο καθορισμός της σχέσης του μήκους του σπερματοζωαρίου και των επιμέρους τμημάτων του με τη γονιμότητα απαιτεί μακροχρόνια μελέτη για να διατυπωθεί με βεβαιότητα, προκειμένου να ταυτίσουμε την ποσότητα με την ποιότητα. Παρόλο που η εκσπερμάτιση συνεπάγεται σπερματοζωάρια με διάφορα μήκη, τα νέα ευρήματα δείχνουν ότι οι άντρες που έχουν μικρότερη μεταβλητότητα, παράγουν και υψηλότερες συγκεντρώσεις καλού σπέρματος».
«Οι επιστήμονες πρόσφατα άρχισαν να κατανοούν πόσο ουσιαστικό ρόλο παίζουν τα γονίδια και οι περιβαλλοντικοί παράγοντες στην ποιότητα του σπέρματος, και κατ’ επέκταση στη γονιμότητα. Άρα, λοιπόν, έχουμε κάθε λόγο να πιστεύουμε ότι μεγάλη σημασία έχει, εκτός από το μέγεθος, και η μορφολογία του, ώστε να δομήσουμε μια στοχευμένη γενετική θεραπεία», συμπληρώνει.
Πάντως, οι ειδικοί τονίζουν ότι η αποσαφήνιση της ποιότητας του σπέρματος θα προσφέρει ουσιαστική βοήθεια σε νέα ζευγάρια με προβλήματα υπογονιμότητας. Στο 50% των περιπτώσεων, συνήθως το πρόβλημα εντοπίζεται στο σπέρμα, παρόλο που μέχρι πρόσφατα οι γυναίκες ήταν εκείνες που θεωρούνταν «υπεύθυνες» για τις αποτυχημένες προσπάθειες τεκνοποίησης.