Η ψυχολόγος και οικογενειακή ψυχοθεραπεύτρια Ελένη Κίσσα μας μιλάει για την συναισθηματική ανάπτυξη των βρεφών και τον καθοριστικό ρόλο των γονιών σε αυτή την διαδικασία.

Η συναισθηματική ανάπτυξη είναι μια συνεχής διαδικασία που ξεκινάει από την σύλληψη και συνεχίζεται σε όλη τη διάρκεια της ζωής του ατόμου. Πραγματοποιείται παράλληλα με όλα τα είδη της ανάπτυξης (σωματική, γλωσσική, γνωστική, κοινωνική ανάπτυξη). Τα θεμέλια για την σωστή συναισθηματική ανάπτυξη του παιδιού τοποθετούνται στην βρεφική και νηπιακή ηλικία. Τα συναισθήματα αποτελούν μορφή επικοινωνίας με την οποία οι άνθρωποι δίνουμε πληροφορίες  για τις ανάγκες, τις επιθυμίες και τις διαθέσεις μας. Οι έρευνες δείχνουν ότι τα παιδιά αναπτύσσουν συναισθήματα πολύ πριν κατανοήσουν τις λέξεις.

Η σωστή διαπαιδαγώγηση ξεκινά από την καρδιά και συνεχίζεται κάθε στιγμή –με την ενασχόληση του γονέα με τα παιδιά όταν αυτά είναι φορτισμένα,λυπημένα ,θυμωμένα ή φοβισμένα.

Οι γονείς είναι απαραίτητο να προσαρμόζουμε την ζωή μας, ώστε να ανταποκρινόμαστε στις συναισθηματικές ανάγκες, τους φόβους, τα ενδιαφέροντα και τις ικανότητες του παιδιού καθώς αυτό μεγαλώνει. Όταν οι πρώτες εμπειρίες του παιδιού χαρακτηρίζονται από τρυφερότητα, ασφάλεια, σταθερότητα και υπευθυνότητα το παιδί ακολουθεί μια ομαλή συναισθηματική ανάπτυξη. Αντίθετα, καλλιεργούνται συναισθήματα ανασφάλειας, άγχους και ανησυχίας που ακολουθούν το παιδί σε όλη την διάρκεια της ζωής του.

Συναισθηματικές ανάγκες κατά την Βρεφική ηλικία (εως 12 μηνών)

Οι έρευνες μας δείχνουν ότι το έμβρυο επηρεάζεται από τις συναισθηματικές μεταπτώσεις της μητέρας και ότι υπάρχουν συναισθήματα από την αρχή της σύλληψης, αλλά δεν υπάρχει ψυχική οργάνωση. Το νεογέννητο έρχεται σε έναν άγνωστο κόσμο. Είναι εξαρτημένο από την μητέρα, όλα είναι καινούργια, του προκαλούν άγχος, φόβο και ανασφάλεια. Η συναισθηματική του διάθεση είναι ευμετάβλητη. Έχει ανάγκη την διαρκή παρουσία της μητέρας του, την ζεστασιά, την τρυφερότητα και την αγκαλιά της για να νιώθει ασφάλεια και να καθησυχάζονται οι φόβοι του.

Η μητέρα πρέπει να ανταποκρίνεται άμεσα και με προθυμία στις αντιδράσεις και τις ανάγκες του παιδιού και η συμπεριφορά της να χαρακτηρίζεται από σταθερότητα. Καθοριστικός παράγοντας είναι η ποιότητα της αλληλεπίδρασης μαζί του. Έρευνες δείχνουν ότι όταν ένα παιδί στερείται στενής συναισθηματικής επαφής με έναν άλλο άνθρωπο στα πρώτα χρόνια της ζωής του υποαναπτύσσεται όχι μόνο συναισθηματικά, αλλά γνωστικά και κινητικά.

Η συναισθηματική επικοινωνία του βρέφους ξεκινά με το κλάμα, τους μορφασμούς του προσώπου, τις κινήσεις των χεριών, τον ρυθμό της φωνής. Το κλάμα λειτουργεί ως μορφή επικοινωνίας. Διαφορετικό είναι το κλάμα για τον πόνο, την πείνα ή τον φόβο. Τα βρέφη μπορεί να κλαίνε μέχρι 1 ώρα την ημέρα για να αποφορτιστούν από εντάσεις και πιέσεις.

Μέχρι τον 6ο μήνα οι συναισθηματικές αντιδράσεις των βρεφών δεν σχετίζονται με συγκεκριμένα γεγονότα και αντικείμενα γιατί δεν μπορεί να ξεχωρίσει τον εαυτό του από τα αντικείμενα γύρω του.

Από τον 6ο μήνα αυτό αρχίζει να αλλάζει καθώς ξεκινάει μια συναρπαστική φάση εξερευνήσεων και ανακαλύψεων. Οι «μικροί εξερευνητές» αρχίζουν να στρέφονται στους γονείς για συναισθηματική ανατροφοδότηση, ενθάρρυνση ή αποθάρρυνση για μια συγκεκριμένη πράξη.

Γύρω στον 8ο μήνα τα βρέφη, εκδηλώνουν το «άγχος αποχωρισμού» από την μητέρα και το φόβο για τα άγνωστα πρόσωπα. Πρόκειται για μια φυσιολογική συναισθηματική κατάσταση η οποία θα κρατήσει εως τα 3 έτη περίπου. Βρίσκονται τα βρέφη σε μια μεταβατική φάση (εξάρτηση από την μητέρα –προσπάθεια για σταδιακή αυτονόμηση). Στην προοδευτική μετάβαση του νηπίου από την σχέση εξάρτησης από την μητέρα στην αυτονόμηση προσκολλάται σε ένα «μεταβατικό αντικείμενο ( κουκλάκι ,μαλακό πανάκι, μαξιλαράκι).

Στο τέλος του 1ου έτους τα βρέφη μπορούν διακρίνουν μια νέα κατάσταση και εκδηλώνουν έκπληξη ή δυσφορία ανάλογα με το τι νιώθουν ασφάλεια ή φόβο. Τα συναισθήματα συνεχίζουν να εξελίσσονται καθώς το παιδί μαθαίνει όλο και περισσότερα πράγματα ,ενώ παράλληλα η μνήμη του ενισχύεται. Αρχίζουν να καταλαβαίνουν και τα συναισθήματα των άλλων.

Το παιχνίδι ως μέσο συναισθηματικής ανάπτυξη

Το παιχνίδι αποτελεί  πολύ μέσο για την ομαλή ψυχοσωματική και νοητική ανάπτυξη του παιδιού και ξεκινάει ήδη από την βρεφική ηλικία. Είναι μια δράση απαραίτητη για το παιδί, εκεί ξεχειλίζει η θέληση του παιδιού να ζήσει. Εάν στερηθεί το παιχνίδι είναι σαν να στερείται την ευκαιρία να απολαύσει την ζωή. Μέσα από το παιχνίδι ενεργοποιείται μια παιχνιδιάρικη προσέγγιση της ζωής, η οποία συμπεριλαμβάνει την ικανότητα του ανθρώπου να προσφέρει χιούμορ και διασκέδαση στις σχέσεις του και να βλέπει τις δυσκολίες της ζωής ως προκλήσεις και όχι σαν αξεπέραστα εμπόδια. Η παρουσία των ενηλίκων στο παιχνίδι των παιδιών μέχρι τα 2,5 είναι υψίστης σημασίας. Ο γονιός χρειάζεται να αφιερώνει χρόνο να παίζει με το παιδί, ενώ δεν χρειάζονται πολλά παιχνίδια.

Τι κάνει τα παιδιά να «ανθίσουν»

– Όταν αισθάνονται ότι τα αγαπούν και τα θέλουν

–  Όταν ζουν σε χαρούμενα, χωρίς ένταση σπίτια

–  Όταν έχουν γονείς που είναι διατεθειμένοι να αφιερώσουν το χρόνο τους όταν το παιδί τους το χρειάζεται

–  Όταν παίρνουν καλά παραδείγματα από τους μεγάλους

–  Όταν λαμβάνουν σαφή και καθαρά μηνύματα

–  Όταν δίνεται έμφαση και ενισχύονται οι θετικές συμπεριφορές τους

–  Όταν οι γονείς τους  διαχειρίζονται τα δικά τους συναισθήματα, χαλιναγωγούν το δικό τους «επιθετικό» εαυτό και δεν χρησιμοποιούν βία (λεκτική, σωματική, ψυχολογική).

–  Όταν οι γονείς δεν εμπλέκουν τα παιδιά στις δικές τους διαμάχες 

–  Όταν τα παιδιά μεγαλώνουν με γονείς που έχουν  αυτοπεποίθηση (η αυτοπεποίθηση κάνει τους γονείς θετικούς, δυνατούς και τους δίνει τα ηνία).

Με την συνεργασία της Ψυχολόγου και Οικογενειακή Ψυχοθεραπεύτριας, Ελένη Κίσσα