Κλάμα, χαμόγελο, κατσούφιασμα, κούνημα των χεριών. Τα νεογέννητα διαθέτουν εξαιρετικές ικανότητες αντίληψης, μάθησης και επικοινωνίας, οι οποίες εξελίσσονται και βελτιώνονται με το πέρασμα των μηνών. Μπορούν να αποσπούν από το περιβάλλον πληροφορίες επιλεκτικά, τις οποίες χρησιμοποιούν με διάφορους τρόπους. Διαθέτουν μεγάλη γκάμα εκφράσεων και συμπεριφορών, καθώς και πολύπλοκο ρεπερτόριο συναισθηματικών εκφράσεων, και μπορούν από πολύ νωρίς να μιμούνται φωνές και μορφασμούς. Είναι σε θέση, αμέσως μετά τη γέννηση, να εκφράζουν με τις φωνές τους μεγάλη ποικιλία συναισθηματικών καταστάσεων, όπως χαρά, λύπη, φόβο. Χάρη στις ικανότητες αυτές, το βρέφος δεν είναι ένας παθητικός δέκτης ερεθισμάτων, αλλά συμμετέχει ενεργά στη σχέση του με τους γονείς του.
Το κλάμα Είναι το πιο δυνατό τους μέσο επικοινωνίας. Τα μωρά κλαίνε για να δείξουν ότι πεινούν, πονούν, θέλουν άλλαγμα ή απλά λίγη παρέα. Το κλάμα τους δεν είναι πάντοτε το ίδιο. Από τους πρώτους κιόλας μήνες της ζωής τους, οι τύποι του κλάματος διαφοροποιούνται τόσο, ώστε σύντομα οι μητέρες μπορούν να αναγνωρίσουν ποιο κλάμα αντιστοιχεί σε κάθε μήνυμα. Έτσι κι αλλιώς, η επικοινωνία είναι μια αμφίδρομη δραστηριότητα, οπότε όσο πιο σωστά ανταποκρίνεται η μητέρα στα διαφορετικά είδη κλάματος του μωρού της, τόσο περισσότερο θα καταλαβαίνει κι εκείνο με τη σειρά του ποιο κλάμα να χρησιμοποιεί για κάθε μήνυμα.
Το χαμόγελο Τα πρώτα χαμόγελα των μωρών είναι απλοί μορφασμοί, κυρίως αντανακλαστικοί. Οι γονείς, όμως, αντιδρούν με ενθουσιασμό σε αυτό που νομίζουν ότι είναι χαμόγελο, χαμογελώντας κι οι ίδιοι. Το μωρό παρατηρεί αυτή την αντίδραση, αποφασίζει ότι αυτό που έκανε προκαλεί θετικές αντιδράσεις στο περιβάλλον του και προσπαθεί να αναπαράγει το χαμόγελο. Κι έτσι αναπτύσσεται μια ευχάριστη αλληλεπίδραση. Από την 6η εβδομάδα, το χαμόγελό του είναι πλέον ρεαλιστικό και ενδεικτικό της χαράς του ή της περιέργειάς του.
Το «μουρμούρισμα» Στην 6η με 8η εβδομάδα, το βρέφος βγάζει τις πρώτες του φωνούλες. Αρχικά, «παίζει» με το στόμα του και με τους ήχους που μπορεί να παράγει, και στους 4 περίπου μήνες οι ήχοι αυτοί γίνονται πιο σύνθετοι. Το παιχνίδι με τους ήχους μορφοποιείται σε «προ-λέξεις», δηλαδή σε ακούσματα που μοιάζουν με λέξεις, όπως «μπα», «ντα», «γκα», τα οποία μεταξύ 10ου και 14ου μήνα έχουν συγκεκριμένα νοήματα και χρησιμοποιούνται για να εκφράσουν κάποιο αίτημα, απόρριψη, αποδοχή ή δυσαρέσκεια. Συχνά, οι «προ-λέξεις» συνοδεύονται από χειρονομίες που τους προσδίδουν επικοινωνιακό νόημα ή το επαυξάνουν.
Οι χειρονομίες Τα μωρά μαθαίνουν να δείχνουν σωστά στην ηλικία περίπου των 9 μηνών. Πριν από την ηλικία αυτή, συνήθως εκτείνουν το χέρι τους με κλειστή την παλάμη, προσπαθώντας να πιάσουν κάτι που θέλουν. Οι ψυχολόγοι ονομάζουν αυτή τη χειρονομία «οργανική». Όταν, όμως, η κίνηση περιλαμβάνει και την έκταση του δείκτη, μπορεί να σημαίνει επίσης: «Κοίτα, βλέπω κάτι ενδιαφέρον προς τα εκεί, το οποίο θέλω να μοιραστώ μαζί σου». Αυτή η χειρονομία ονομάζεται «δηλωτική» και εμφανίζεται προς το τέλος του 1ου έτους. Οι πιο κοινές επικοινωνιακές χειρονομίες που εμφανίζει ένα βρέφος κατά την αρχική του ανάπτυξη είναι οι εξής: -Δείχνει με το χέρι και το δείκτη τεντωμένα, κάποιο ενδιαφέρον αντικείμενο ή γεγονός, που σημαίνει: «Κοίταξε αυτό το ενδιαφέρον πράγμα». –Κουνάει το χέρι του όταν κάποιος φεύγει που σημαίνει: «Αντίο». –Εκτείνει τα χέρια προς τα πάνω,: «Πάρε με πάρεις αγκαλιά». –Κουνάει το κεφάλι του πλευρικά, που σημαίνει: «Όχι». –Κουνάει το κεφάλι του κάθετα, που σημαίνει: «Ναι». –Ζητά κάτι εκτείνοντας το χέρι και ανοίγοντας την κλειστή παλάμη, που σημαίνει: «Θέλω αυτό». –Δίνει φιλάκια από απόσταση, που σημαίνει: «Νιώθω τρυφερότητα για σένα». –Ανοιγοκλείνει τα χείλη, που σημαίνει: «Είναι νόστιμο». -Ανασηκώνει τους ώμους, γυρίζει προς τα πάνω τις ανοιχτές παλάμες, που σημαίνει: «Πού πήγε;».
Πόσο επικοινωνιακό είναι το μωρό μου; Εξαρτάται, μας απαντούν οι ειδικοί. Υπάρχουν μωρά εξαιρετικά δραστήρια, μωρά ήρεμα και μωρά που κινούνται κάπου στο ενδιάμεσο αυτών των καταστάσεων. Οι διαφορές επηρεάζουν το πώς συμμετέχουν στην αλληλεπίδραση και τις αντιδράσεις των γονιών απέναντί τους. Παράλληλα, η προσωπικότητα των γονιών και τα ξεχωριστά χαρακτηριστικά τους παίζουν σημαντικό ρόλο. Αν οι γονείς είναι ιδιαίτερα ενεργητικοί, μπορεί να ανησυχήσουν αρχικά ή να νιώσουν απογοήτευση με ένα βρέφος που είναι κάπως παθητικό στη συμπεριφορά του. Μαθαίνουν, ωστόσο, σιγά-σιγά να προσαρμόζουν τη συμπεριφορά τους στους ρυθμούς του και να συγχρονίζουν τις αντιδράσεις τους με τις δικές του, ώστε η αλληλεπίδραση να είναι ικανοποιητική και για τους δύο. Μαμάδες και μπαμπάδες αλληλεπιδρούν με διαφορετικό τρόπο με το βρέφος. Η μητέρα είναι περισσότερο τρυφερή, το αγκαλιάζει, το χαϊδεύει, το νανουρίζει. Η αλληλεπίδραση του πατέρα με το βρέφος είναι συνήθως περισσότερο διεγερτική, παίζει μαζί του παιχνίδια πιο δραστήρια και επιθετικά. Αυτό βοηθάει το μωρό να ανταποκρίνεται σε διαφορετικές συμπεριφορές και καταστάσεις και να αναπτύσσει ποικίλες ικανότητες αλληλεπίδρασης.
Με τη συνεργασία της Χρυσάνθης Λαθήρα (παιδίατρος).