Το παιδί μας ζει σε μια σύγχρονη κοινωνία, όπου έρχεται σε επαφή με διάφορα ερεθίσματα, τα οποία σίγουρα του κινούν την περιέργεια και δεν μπορούν να το αφήσουν ανεπηρέαστο. Από την ηλικία των 5 περίπου ετών τα παιδιά αρχίζουν τις ερωτήσεις σεξουαλικού περιεχομένου. Οι ερωτήσεις στις οποίες καλούμαστε να απαντήσουμε, συνήθως, αφορούν την ονομασία των γεννητικών του οργάνων, τον τρόπο με τον οποίο ήρθε στον κόσμο, λέξεις που έχει ακούσει και αφορούν το σεξ κλπ. Μέχρι εδώ, καλά. Επειδή οι περισσότεροι από εμάς ήμασταν κάπως υποψιασμένοι, είχαμε διαβάσει ορισμένα βιβλία, είχαμε ρωτήσει -ενδεχομένως- και κάποιον ειδικό και νιώθαμε σίγουροι και έτοιμοι να δώσουμε τις σωστές απαντήσεις, ώστε να λύσουμε κάθε του απορία. Τι γίνεται, όμως, όταν κάποια στιγμή έρθει το πιτσιρίκι μας και μας ρωτήσει: «Μαμά, γιατί αυτοί οι δύο άντρες φιλιούνται;» ή «Μαμά, τι είναι γκέι;»;
Οι εποχές αλλάζουν, το ίδιο κι εμείς
Οι εποχές και οι συνήθειες αλλάζουν, και μαζί με αυτές καλούμαστε όλοι να προσαρμοστούμε και να δεχτούμε σταδιακά τις αλλαγές αυτές. Και είναι λογικό, αν σκεφτεί κανείς ότι τα τελευταία χρόνια συναντάμε καινούργιες μορφές οικογένειας. Πριν από λίγα χρόνια, η μονογονεϊκή οικογένεια ήταν περιθωριοποιημένη. Η μητέρα που αποφάσιζε να μεγαλώσει μόνη της το παιδί της, βίωνε τη μοναξιά και την απομόνωση της κοινωνίας, επειδή «υπολειπόταν ηθικής». Σήμερα, όμως, η διαζευγμένη ή ανύπαντρη μητέρα πορεύεται αξιοπρεπώς, έχοντας συχνά και την υποστήριξη της πατρικής οικογένειας. Επιπλέον, η επιστήμη στο θέμα της Γενετικής έχει προχωρήσει: παρένθετες μητέρες, λήψη ωαρίου η σπέρματος από δότες, φύλαξη ωαρίου. Πλέον, τα παιδιά δεν έρχονται στον κόσμο μόνο με τον κλασικό-παραδοσιακό τρόπο. Στις μέρες μας, επίσης, η υιοθεσία ενός παιδιού είναι -ευτυχώς- μια αρκετά συχνή υπόθεση. Οι οικογένειες που δημιουργούνται όταν οι γονείς ξαναπαντρεύονται, και τα παιδιά τους ζουν με τους καινούργιους τους συντρόφους είναι άλλη μία πραγματικότητα. Και, τέλος, κάτι που στη χώρα μας είναι ακόμα… «εξωπραγματικό», αλλά σε αρκετές χώρες του κόσμου αρχίζει να κάνει δειλά την εμφάνισή του, είναι ένα νέο «μοντέλο» οικογένειας, αυτό με «δύο μαμάδες» ή «δύο μπαμπάδες». Γι’ αυτό, λοιπόν, είναι πάντα καλύτερα να προετοιμάζουμε το παιδί μας με συζήτηση και να μην ξεχνάμε ποτέ πως πρέπει να προστατεύεται και όχι να παραπλανάται. Από πολύ μικρή ηλικία, έχει το δικαίωμα και πρέπει να ενημερώνεται για γεγονότα που θα βιώσει, είτε στο έμμεσο είτε στο άμεσο περιβάλλον του, και τα οποία ενδεχομένως να επηρεάσουν τη ζωή του.
Ειλικρίνεια, το μεγάλο μας «όπλο»
Εκείνο που πρέπει κυρίως να γνωρίζουμε ως γονείς είναι ότι όσο πιο ειλικρινείς και αυθεντικοί είμαστε, τόσο περισσότερο θα βοηθήσουμε το παιδί να αναπτύξει σχέση εμπιστοσύνης μαζί μας, για να μπορούμε να ανοίγουμε έτσι το πεδίο των συζητήσεων μαζί του. Αυτές οι συνομιλίες «στρώνουν» το δρόμο προς την ομαλή σεξουαλικότητά του. Μπορούμε να του παρουσιάσουμε τη «φυσιολογική» έλξη, τη σεξουαλική επαφή του άντρα με τη γυναίκα, φέρνοντας παραδείγματα και από τον κόσμο των ζώων, όπου τα αρσενικά ζευγαρώνουν με τα θηλυκά, και ήρεμα να θέτουμε στο παιδί τις θέσεις μας, χωρίς να είμαστε αφοριστικοί και τρομοκρατημένοι και κυρίως; χωρίς διαθέσεις ρατσισμού και αποκλεισμού. Το παιδί, άλλωστε, μεγαλώνοντας θα συναντήσει στη ζωή του τέτοιες σχέσεις. Μπορούμε να του εξηγήσουμε, όμως, ότι τα πράγματα δεν είναι πάντα έτσι, αφού υπάρχουν άντρες και γυναίκες που έλκονται και -ή μόνο- από το ίδιο με το δικό τους φύλο, δίνοντας του έτσι μια εξήγηση για το σεξουαλικό προσανατολισμό των ανθρώπων, ο οποίος -σύμφωνα πλέον και με την παγκόσμια επιστημονική κοινότητα- δεν είναι μόνο ένας, ο ετεροφυλόφιλος, αλλά και ο ομοφυλόφιλος και ο αμφιφυλόφιλος. Το σημαντικό, στην πραγματικότητα, είναι να επιλέγει κάθε άνθρωπος εκείνον που τον έλκει περισσότερο και να σέβεται τις επιλογές έκφρασης, τις προτιμήσεις και τον προσανατολισμό των υπολοίπων.
Εξηγήστε του απλά
Αν λοιπόν το παιδί μας καταθέσει τις απορίες του σχετικά με τα «παράξενα» αυτά ζευγάρια εμείς οφείλουμε να του εξηγήσουμε ότι υπάρχουν διαφορετικά ζευγάρια ανθρώπων που αγαπιούνται και ότι ο έρωτας και η αγάπη, από το τέλος της εφηβείας και στην ενήλικη ζωή, δεν απαντώνται μόνο στο ανδρόγυνο ζευγάρι. Τα παιδιά δεν έχουν ανάγκη να μάθουν περισσότερα. Έχουν ανάγκη από μία απάντηση ανάμεσα στις χίλιες ερωτήσεις τους. Το πώς έλκονται τα άτομα και ποια είναι η σεξουαλική πρακτική τους δεν τους ενδιαφέρουν. Εκείνο που πρέπει, ωστόσο, να προσέχουμε, όταν δίνουμε απαντήσεις στα παιδιά για θέματα που αφορούν τις σεξουαλικές σχέσεις και ειδικότερα για την ομοφυλοφιλία, είναι να είμαστε όσο πιο ήρεμοι γίνεται. Κάθε φορά που νιώθουμε ταραχή ή ντροπή ακούγοντας τις ερωτήσεις του παιδιού, του μεταφέρουμε περισσότερα με τον τρόπο που απαντάμε, τη διστακτικότητα, τις εκφράσεις του προσώπου, παρά με το περιεχόμενο της απάντησής μας. Κι έτσι, αυτό που μεταδίδεται στο παιδί είναι το συμπέρασμα ότι υπάρχει κάτι παράξενο και κακό στο σεξ. Είναι σημαντικό η μη λεκτική επικοινωνία μας να είναι συναφής με τα λόγια μας. Οι εκφράσεις μας, ο τόνος της φωνής, η στάση του σώματός μας μεταδίδουν μηνύματα δυσκολίας, άγχους, αμηχανίας. Αντίστοιχα, ο υπερβάλλων ζήλος -είτε προς τη συντηρητική κατεύθυνση είτε προς την πλήρη απελευθέρωση- μπορεί να δημιουργήσει λανθασμένες εντυπώσεις στο παιδί, φόβο και δυσλειτουργικές συμπεριφορές.
Σεβασμός στη διαφορετικότητα
Μαθαίνοντας στο παιδί να σέβεται τον «άλλον», στην πραγματικότητα του κάνουμε ένα μεγάλο δώρο. Στην ηλικία των 5 ετών, τα παιδιά είναι «αρκετά μεγάλα» για να τους μιλήσουμε για τις διαφορετικές μορφές αγάπης και να τους διδάξουμε το σεβασμό. Θίγοντας το θέμα της ομοφυλοφιλίας, πρέπει να έχουμε υπόψη ότι πρόκειται για μια συζήτηση που θα διαθέτει μεγάλο εύρος πραγμάτων, ευελιξία και τη γνωριμία με οτιδήποτε «διαφορετικό»: το χρώμα/ τη φυλή, τη θρησκεία, την καταγωγή, τον πολιτισμό. Μαθαίνουμε στο παιδί να είναι ανεκτικό και να σέβεται εκείνον που διαφέρει από τη δική του εικόνα. Όσο πιο ανοιχτοί και ευπροσάρμοστοι είμαστε εμείς οι γονείς στις καινούργιες εξελίξεις και στη διαφοροποίηση των σχέσεων που συμβαίνουν γύρω μας, είτε στις διαφορετικού τύπου οικογένειες είτε στο σεβασμό των άλλων θρησκειών και πολιτισμών που έχουν οι άνθρωποι που μεταναστεύουν στη χώρα μας, τόσο πιο ήρεμοι μπορούμε να είμαστε με τον εαυτό μας και τα παιδιά μας, μειώνοντας έτσι το ενδεχόμενο βίαιων και επιθετικών συναισθημάτων που φέρνουν οι διαθέσεις ενάντια σε ό,τι είναι «ξένο» και τελικά μας φοβίζει. Γιατί το παιδί μέσα σε έναν τέτοιο κόσμο θα ζήσει «αύριο», και πρέπει να το προετοιμάσουμε κατάλληλα ώστε να μη φοβάται το ξένο, το καινούργιο, το διαφορετικό, αλλά να βρίσκει τον τρόπο να το ενσωματώνει, να το δέχεται, να αντλεί τον πλούτο που μπορεί αυτό να φέρει και να πορεύεται μαζί του όσο πιο δημιουργικά μπορεί, με συναισθήματα φιλικά και γεμάτα σεβασμό. Η πρόκληση λοιπόν, είναι ν’ απαλλαγούμε πρώτα εμείς από τους δαίμονές μας και να αντιταχθούμε στην πεποίθηση ότι, εξοστρακίζοντας «στο πυρ το εξώτερο» σεξουαλικότητες και ανθρώπους, θα «προστατεύσουμε» τα παιδιά μας από εκείνο που μάλλον οι ίδιοι δεν μπορούμε να κατανοήσουμε ή να ανεχτούμε, ίσως λόγω του υπέρμετρου φόβου που μας εμπνέει. Αν, τελικά, κατανοήσουμε και συνειδητοποιήσουμε ότι η δαιμονοποίηση και η τρομοκρατία δεν είναι οι καταλληλότερες συνθήκες για να εκφράσει ένα παιδί τη σεξουαλικότητά του, τότε μάλλον θα καταφέρουμε να συνδράμουμε στην ανατροφή ενός υγιούς ανθρώπου. Ας μην ξεχνάμε ότι ο σεξουαλικός προσανατολισμός δεν αποτελεί επιλογή του ατόμου. Επιλογή αποτελεί η έκφρασή του, η οποία σαφώς επηρεάζεται από πολλαπλούς παράγοντες.
Με τη συνεργασία της Ελεάνας Ελευθερίου (ψυχοθεραπεύτρια-κλινική θεραπεύτρια σεξουαλικών διαταραχών, υπεύθυνη Εταιρείας Μελέτης Ανθρώπινης Σεξουαλικότητας).