Πόσες φορές δεν μας έτυχε να βρούμε στην τσέπη ή τη σχολική τσάντα του σταθμού ή του νηπιαγωγείου του παιδιού μας παιχνιδάκια ή κομμάτια παιχνιδιών, σβόλους πλαστελίνης ή σπασμένες μπογιές; Η κλοπή είναι ένα από τα συχνότερα παραπτώματα στα οποία τα παιδιά υποπίπτουν, ξεκινώντας από μικρή ηλικία. Γιατί, άραγε, τα παιδάκια «κλέβουν», και πώς μπορούν οι γονείς να τα βοηθήσουν να μην το ξανακάνουν;
Κλοπή ή άγνοια;
Όταν αναφερόμαστε σε τετράχρονα παιδιά, θα μπορούσαμε να χρησιμοποιούμε το ρήμα «πήρε», αντί του έκλεψε». Στα παιδιά 3-4 χρόνων, η φαντασία και η πραγματικότητα είναι κάτι συγκεχυμένο και όχι φανερά διαχωρισμένο, όπως συμβαίνει με τους μεγάλους. Όταν γυρνάνε σπίτι από τον παιδικό σταθμό με το παιχνίδι κάποιου άλλου παιδιού, μια πιθανή εξήγηση είναι ότι θέλουν να παίξουν λίγο περισσότερο με το παιχνίδι του φίλου τους. Ο αυθορμητισμός, εξάλλου, είναι ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό των παιδιών αυτής της ηλικίας. Δεν θα πρέπει να κρίνουμε τη συμπεριφορά του παιδιού ηθικά και να το επιπλήξουμε, όπως θα κάναμε σε ένα μεγαλύτερο. Το πολύ μικρό παιδί δεν καταλαβαίνει την έννοια της ιδιοκτησίας. Δεν καταλαβαίνει τη διαφορά μεταξύ του «δικό μου» και «δικό σου». Γι’ αυτό, μπορεί να πάρει ένα πράγμα που δεν του ανήκει. Επίσης, οι επιθυμίες του μικρού παιδιού είναι πολύ έντονες, ενώ η αυτοκυριαρχία είναι πολύ μικρή. Συνεπώς, δύσκολα μπορεί να αντισταθεί στον πειρασμό, και παίρνει κάτι που το επιθυμεί πολύ. Το μικρό παιδί δεν γνωρίζει και την αξία των χρημάτων ή των διάφορων πραγμάτων, τα οποία καμιά φορά βρίσκει και τα κάνει δικά του. Όλες αυτές οι περιπτώσεις δεν μπορούν να χαρακτηριστούν ως κλεψιά. Είναι τυχαία παραπτώματα που οφείλονται στις αδυναμίες της παιδικής φύσης. Στην ηλικία 4-10 χρόνων, τα παιδιά ακολουθούν σταδιακά τους κανόνες, γιατί πολύ απλά αν δεν τους καταλαβαίνουν, δεν μπορούν να τους ακολουθήσουν. Μετά τα 7 χρόνια, αρχίζουν να συνειδητοποιούν γιατί οι κανόνες είναι απαραίτητοι. Και τότε μπορούν να καταλάβουν τον άλλον, να έρθουν στη θέση του και να δουν ότι, παίρνοντας κάτι που δεν τους ανήκει, βλάπτουν αυτόν στον οποίον ανήκει το προϊόν της «κλεψιάς» – στη συγκεκριμένη περίπτωση, τον ιδιοκτήτη του μαγαζιού.
Τι σημαίνει η «κλοπή» σε κάθε ηλικία
Στα νήπια, είναι μια πράξη από άγνοια: Παίρνουν από τους άλλους αυτό που τους αρέσει, γιατί πολύ απλά έχουν συνηθίσει να παίρνουν ό,τι τους αρέσει. Ένα νήπιο 1-2 ετών δεν καταλαβαίνει τι σημαίνει «δεν είναι δικό μας», μια φράση που επαναλαμβάνουν διαρκώς οι γονείς.
Τα παιδιά 3-5 ετών «δανείζονται». Καθώς τα παιδιά μεγαλώνουν, αποκτούν τη συνήθεια να αποσπούν από τους άλλους πράγματα που τους αρέσουν και που θα ήθελαν να ασχοληθούν περισσότερο μαζί τους. Θα το ακούσετε να σας πει: «Το πήρα, γιατί ήθελα να παίξω κι άλλο μαζί του».
Στα μεγαλύτερα παιδιά, πάνω από 7-8 ετών, γίνεται συνειδητά. Το παιδί κλέβει κάτι που επιθυμεί, αλλά δεν του επιτρέπουμε να αποκτήσει, γνωρίζοντας πως αυτό που κάνει δεν είναι σωστό και αψηφώντας τη δική μας αντίδραση. Αυτή είναι η μόνη σοβαρή περίπτωση που θα πρέπει να κάνει τους γονείς να ψάξουν ποια αιτία προκάλεσε την κλοπή και να αποκαταστήσουν την επικοινωνία με το παιδί τους.
Τι μπορούμε να κάνουμε;
Βάζουμε όρια από την αρχή: Όταν το παιδί έχει μάθει να αποκτά ό,τι θελήσει, χωρίς καμιά άρνηση, γίνεται κακομαθημένο. Ένα κακομαθημένο παιδί δεν καταλαβαίνει για ποιο λόγο δεν πρέπει να αρπάξει κάτι που επιθυμεί. Είναι δική μας ευθύνη, λοιπόν, να βάλουμε από πολύ νωρίς όρια στα «θέλω» του. Έτσι, θα το προετοιμάσουμε για την πραγματικότητα της ζωής.
Μαθαίνουμε στο παιδί τι είναι λάθος. Το ότι το παιδί είναι μικρό, δεν σημαίνει ότι δεν μπορεί να καταλάβει έννοιες όπως «κοινωνία», «κανόνες», «σωστό» και «λάθος». Ανάλογα, λοιπόν, με την ηλικία του, βρίσκουμε τους κατάλληλους τρόπους να του εξηγήσουμε ότι ζούμε σε ομάδες όπου ισχύουν συγκεκριμένοι κανόνες, άρα ο καθένας δεν μπορεί να κάνει ό,τι θέλει. Με την ίδια λογική, του εξηγούμε ότι υπάρχουν σωστές και λανθασμένες πράξεις και πως οι τελευταίες έχουν αρνητικές συνέπειες για όλους.
Αναζητάμε την πραγματική αιτία. Προσπαθήστε να εξερευνήσετε τους λόγους που οδήγησαν το παιδί στο να πάρει κάτι που δεν του ανήκει. Αφιερώστε χρόνο στο παιδί σας και συζητήστε μαζί του, ώστε να δείτε από την πλευρά του τι το ώθησε να κάνει αυτή την επιλογή.
Αποφεύγουμε τα κηρύγματα και τις υπερβολές. Φράσεις όπως: «Εμείς δεν είχαμε ποτέ κλέφτες στην οικογένειά μας» ή «Μας ντρόπιασες» ή «Θα φύγεις από το σπίτι, αν ξαναγίνει κάτι τέτοιο», φέρνουν μόνο αντίθετα αποτελέσματα.
Πότε να ανησυχήσω;
Μέχρι τη σχολική ηλικία, είναι συνηθισμένο φαινόμενο και κομμάτι της φυσιολογικής ανάπτυξης του παιδιού το να παίρνει διάφορα πράγματα. Όμως, αν ένα παιδάκι 8-9 ετών κλέβει συστηματικά, τότε πρέπει οι γονείς να δώσουν ιδιαίτερη προσοχή και να ψάξουν την αιτία. Για μερικά παιδιά, η απόκτηση κάποιου αντικειμένου λειτουργεί ως υποκατάστατο της ευτυχίας, άλλα παιδιά κλέβουν επειδή βαριούνται ή επειδή έτσι εξασκούν τη δύναμή τους ή επειδή θέλουν να τραβήξουν την προσοχή. Ακόμα, μια τέτοια συμπεριφορά μπορεί να είναι αποτέλεσμα συναισθηματικής έλλειψης, π.χ. όταν τα παιδιά νιώθουν ότι οι γονείς δεν τα αγαπούν. Σχεδόν πάντα η κλοπή δείχνει ότι το παιδί υποφέρει από συναισθηματικό κενό. Παιδιά με μακρά προϊστορία διάπραξης κλοπών έχουν ανάγκη υπεύθυνης και συστηματικής βοήθειας από ειδικό. Είναι παιδιά που αντιμετωπίζουν κάποιο δύσκολο ψυχολογικό πρόβλημα, και η κλεψιά αποτελεί για αυτά διέξοδο. Το ελάττωμα αυτό μπορεί να διορθωθεί, μόνο αν με μια προσεκτική και βαθιά εξέταση αναγνωριστεί και στη συνέχεια αντιμετωπιστεί η βασική αιτία. Οι απειλές και οι τιμωρίες δεν φέρνουν κανένα θετικό αποτέλεσμα. Αντίθετα, χειροτερεύουν την κατάσταση, γιατί μεγαλώνουν τη δυστυχία του παιδιού. Πρέπει να το συγχωρήσουμε και να μην του αναφέρουμε άλλη φορά το γεγονός, και σε καμία περίπτωση να μην το κάνουμε με τη συμπεριφορά μας να σχηματίσει την ιδέα ότι είναι ένα ανήθικο παιδί.
Με τη συνεργασία της Βάσως Μακαρώνη (ψυχολόγος-παιδοψυχολόγος).