Όπως δημοσιεύεται στην επιστημονική επιθεώρηση «International Journal of Obesity», οι πιθανότητες να γίνουν παχύσαρκα τα παιδιά που ήρθαν στον κόσμο μετά από καισαρική αγγίζουν το ποσοστό του 83%, συγκριτικά με εκείνα που γεννήθηκαν φυσιολογικά.
Σύμφωνα με τη μελέτη, που πραγματοποιήθηκε από τους επιστήμονες στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης σε 10.000 παιδιά από τη Μ. Βρετανία, διαπιστώθηκε ότι σε ηλικία 11 ετών ήδη η παχυσαρκία ήταν εμφανής σε εκείνα που ήρθαν στον κόσμο με καισαρική.
Μάλιστα, οι ειδικοί βασίστηκαν και σε στοιχεία από προηγούμενη σχετική μελέτη, για μωρά που είχαν γεννηθεί στη Μ. Βρετανία από το 1991 έως το 1992, παρακολουθώντας την πορεία της υγείας τους μέχρι την ηλικία των 15 ετών.
Αυτό που παρατήρησαν ήταν ότι, κατά μέσο όρο, τα μωρά αυτά είχαν γεννηθεί ελαφρώς πιο μικρά, συγκριτικά με εκείνα που ήρθαν στον κόσμο με φυσιολογικό τοκετό. Ωστόσο, είδαν ότι ήδη από την ηλικία των 6 εβδομάδων είχαν αποκτήσει μεγαλύτερο σωματικό βάρος από τα άλλα. Μάλιστα, αυτός ο συσχετισμός φάνηκε να ενισχύεται στην περίπτωση που είχαν γεννηθεί και από υπέρβαρες μητέρες.
Καθώς μεγάλωναν, περίπου μέχρι την ηλικία των 3 ετών, το ποσοστό των παχύσαρκων μωρών έφτανε το 31%, ενώ στις ηλικίες των 7 και 15 ετών άγγιζε το 17%.
Όπως εξηγεί η επικεφαλής της μελέτης, δρ. Τζαν Μπλούνσταϊν, ο πιο πιθανός λόγος για τον οποίο συμβαίνει αυτό ίσως να οφείλεται στο γεγονός ότι κατά τη διάρκεια του φυσιολογικού τοκετού, καθώς το μωρό περνάει μέσα από τη γεννητική οδό, εκτίθεται σε «φιλικά» βακτήρια, τα οποία συμβάλλουν καθοριστικά στη ρύθμιση του μεταβολισμού αργότερα στη ζωή του.
Ίσως έτσι να εξηγείται και η αύξηση της παχυσαρκίας στις μέρες μας, ως αποτέλεσμα της αύξησης του αριθμού των καισαρικών τομών. Συγκεκριμένα, στη χώρα μας, το ποσοστό αγγίζει περίπου το 50% επί του συνόλου των τοκετών. «Καλό είναι, λοιπόν, οι γυναίκες που σκέφτονται από επιλογή να υποβληθούν σε καισαρική τομή, να γνωρίζουν τις διάφορες παραμέτρους, ακόμα κι αν ο κίνδυνος δεν είναι τόσο ανησυχητικά μεγάλος», προσθέτει η ειδικός.