του Αλέξη Κυριτσόπουλου,
εκδ. Ίκαρος & Μουσείο Μπενάκη
Ένα παραμύθι εμπνευσμένο από τα ποιήματα του Γιάννη Ρίτσου
«Όμως ο ήλιος πρόβαλε χαρούμενος – ίδιος παντού, στον κάμπο κι στο λόφο.
Μπογιάτισε όλα τα σπίτια, τα δέντρα, τα ποιήματα και τα χέρια μας, χρυσά.
Είπες : “Τα χέρια μας είναι χρυσά”, και γέλασες.
Τα μάτια σου πήραν το χρώμα του φωτισμένου χορταριού
κι έγιναν δύο μικροί καθρέφτες της μεγάλης ελπίδας.
Μα τότε κάποιο αγκάθι τρύπησε το χέρι σου καθώς έκοβες ένα κυκλάμινο.
Έτούτη η κόκκινη σταγόνα λέκιασε το άστρο φόρεμα της μέρας.
Ήθελες να γυρίσουμε πίσω.
Εγώ σούδειξα πάλι τη γελαστή κορφή του λόφου κι ανηφορίσαμε.
Είναι δω πάνου η άνοιξη. Μπήκα στην άνοιξη του λόφου σα
να πέρασα κάτου από μία πόρτα λουλουδένια.
Να κι ο ανεμόμυλος του ήλιου που γυρίζει ακούραστος κι όταν
τον βλέπουμε κι όταν δεν τον βλέπουμε.
Η μοναξιά βουίζει απ’το λουλούδισμα της λάμψης.
Μικρά πουλιά κάθουνται στους ώμους μου και τραγουδούν
τις χτεσινές μου ημέρες γυρισμένες προς το φως, όπως
τα λιοτρόπια του παλιού μας κήπου.»