Οι ειδικοί μας λύνουν κάποιες καυτές απορίες για το τι σημαίνει αν όχι φυσιολογική τουλάχιστον ικανοποιητική σεξουαλική ζωή!
Υπό κανονικές συνθήκες το σεξ είναι πηγή ευχαρίστησης, κάποιες φορές όμως μπορεί να προκαλεί «δυσφορία» στο ζευγάρι. Ακόμη κι αν κάποιος αισθάνεται ικανοποιημένος με τη σεξουαλική του ζωή, μπορεί να ανησυχεί για την επίδοσή του, όταν ακούει άλλους να περιγράφουν τι κάνουν στην κρεβατοκάμαρά τους – και πόσο συχνά. Όμως, η ικανοποιητική σεξουαλική ζωή δεν εξαρτάται από τη συχνότητα ή συγκεκριμένες σεξουαλικές πρακτικές. Αντίθετα, στηρίζεται στο βαθμό στον οποίο η σεξουαλικές εμπειρίες σας δημιουργούν ευχαρίστηση σε εσάς και την τον σύντροφό σας. 1. Πολλοί άνθρωποι αναρωτιούνται αν η σεξουαλική τους ζωή είναι «φυσιολογική». Τι λένε όμως οι ειδικοί για το τι περιλαμβάνει η «φυσιολογική» σεξουαλική ζωή; Πολύ συχνά αναρωτιόμαστε αν η συχνότητα και το είδος της σεξουαλικής του συμπεριφοράς μοιάζει ή διαφέρει από των άλλων ανθρώπων. Το πιο σημαντικό δεν είναι το αν η συχνότητα και ο τρόπος με τον οποίο κάνουμε σεξ μοιάζει με κάποιον μέσο όρο, αλλά το κατά πόσο το κάθε άτομο νιώθει άνετα και ικανοποιημένο μέσα στη σεξουαλική του σχέση. Είναι πολύ δύσκολο να καταλήξουμε σε κάποιο ορισμό σχετικά με το τι είναι φυσιολογικό και τι όχι. Για παράδειγμα η σεξουαλική ζωή ενός ζευγαριού που έχει 3 παιδιά μικρά και ζει στο σπίτι με τη γιαγιά και τον παππού πιθανόν να διαφέρει από αυτήν ενός ζευγαριού που ζει μόνο του και έχει λιγότερες ευθύνες. Οι άνθρωποι μπορούν να ανταποκρίνονται σε μία μεγάλη ποικιλία ερωτικών ερεθισμάτων. Εφόσον μία σεξουαλική συμπεριφορά ή φαντασίωση δεν οδηγεί σε συναισθηματική ή σωματική δυσφορία, σε ένταση στη σχέση ή σε προβλήματα σε άλλους τομείς της ζωής, δεν πρέπει να μας ανησυχεί. 2.Τι συμβαίνει με τα ζευγάρια που έχουν διαφορετικά επίπεδα σεξουαλικής επιθυμίας; Οι άνθρωποι μπορεί να διαφέρουμε πάρα πολύ στο επίπεδο της σεξουαλικής μας επιθυμίας, αλλά και κατά την διάρκεια της ζωής του ίδιου ατόμου η επιθυμία κυμαίνεται σε διάφορα επίπεδα. Αν ανάμεσα στο ζευγάρι οι διαφορές στην επιθυμία είναι μικρές, τότε συνήθως μπορούν να διαπραγματευτούν ή να διαχειριστούν αυτήν τη διαφορετικότητα, ώστε να νιώθουν και οι δύο ικανοποιημένοι. Όμως, όταν η διαφορά στο επίπεδο της σεξουαλικής επιθυμίας είναι μεγάλη, μπορεί να έχει αρνητικές συνέπειες στη σχέση του ζευγαριού. Σε αυτές τις περιπτώσεις, το άτομο που έχει τη χαμηλή επιθυμία συνήθως νιώθει πίεση να κάνει κάτι, το οποίο ωστόσο δεν επιθυμεί. Σε βάθος χρόνου, αυτό μπορεί να οδηγήσει σε μεγαλύτερη αίσθηση πίεσης, θυμό ή απόσυρση και επομένως σε μεγαλύτερη μείωση της σεξουαλικής επιθυμίας. Το άτομο με την υψηλότερη σεξουαλική επιθυμία συχνά αισθάνεται ανεπιθύμητο, βιώνει απόρριψη και κάποιες φορές απόγνωση. Αυτά τα συναισθήματα μπορεί να κάνουν το άτομο να ζητάει περισσότερο επιτακτικά ή επίμονα τη σεξουαλική επαφή. Αυτό δημιουργεί ένα φαύλο κύκλο, που κάνει το άτομο με τη χαμηλότερη επιθυμία να χάνει ακόμη περισσότερο την επιθυμία του και το άτομο με την υψηλότερη επιθυμία να επιζητεί ακόμη περισσότερο τη σεξουαλική επαφή. 3. Τι μπορεί να γίνει αν η σεξουαλική επιθυμία δεν συμπίπτει σε δύο ερωτικούς συντρόφους; Οι στρατηγικές για την αντιμετώπιση αυτών των καταστάσεων μπορεί να είναι περίπλοκες και να απαιτούν τη βοήθεια από κάποιον ειδικό, ιδίως αν το πρόβλημα υπάρχει πολύ καιρό. Ο θεραπευτής συχνά συστήνει να μην ασκείται πίεση στο άτομο με τη χαμηλή επιθυμία, για να συμμετέχει σε σεξουαλική επαφή. Ταυτόχρονα, ο θεραπευτής μπορεί να πει ότι είναι σημαντικό για το άτομο με την υψηλότερη επιθυμία να καλύπτει τις σεξουαλικές του ανάγκες. Ένας τρόπος, για να επιτευχθούν οι δύο αυτές καταστάσεις, είναι το να παρέχει το άτομο με τη χαμηλή επιθυμία σεξουαλική ικανοποίηση στο άτομο με την υψηλότερη επιθυμία, με τρόπους που όμως δεν περιλαμβάνουν τη διείσδυση. Όταν ακολουθείται αυτή η στρατηγική, το άτομο με τη χαμηλή επιθυμία μπορεί να ευχαριστιέται που μπορεί να ευχαριστεί τον (τη) σύντροφο. Το άτομο με την υψηλότερη επιθυμία, μπορεί τότε να αισθάνεται ότι ο (η) σύντροφος νοιάζεται. Σε κάποια ζευγάρια, αυτή η στρατηγική έχει ως αποτέλεσμα να αυξηθεί η επιθυμία στο άτομο με τη χαμηλότερη επιθυμία, και το άτομο με την υψηλότερη επιθυμία να μειώσει την πίεση που ασκεί στον (στη) σύντροφο. Ωστόσο, κάποια ζευγάρια δεν μπορούν να αποδεχτούν μία τέτοια προσέγγιση. Μπορεί να νιώθουν πως δεν θα έπρεπε να συμμετέχουν σε οποιαδήποτε σεξουαλική πρακτική, εφόσον δεν αισθάνονται και οι δύο διέγερση, ή ότι οποιαδήποτε σεξουαλική δραστηριότητα δεν περιλαμβάνει τη διείσδυση είναι λάθος. Το σημαντικό είναι να θυμόμαστε ότι στην επιλογή των σεξουαλικών πρακτικών και συμπεριφορών μεταξύ ενηλίκων, ο όρος κοινή συναίνεση είναι απαραίτητος, ενώ η φροντίδα για την σωματική ακεραιότητα και γενετήσια αξιοπρέπεια, σημαντικό μέλημα. Το «όχι» σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει «ναι» και πρέπει να γίνεται σεβαστό. 4. Ποιες είναι οι συνθήκες που βοηθούν ένα άτομο να έχει ικανοποιητική σεξουαλική δραστηριότητα; Προκειμένου να μπορεί ένα άτομο να διεγερθεί σεξουαλικά και να έχει ικανοποιητική σεξουαλική λειτουργία, είναι σημαντικό να νιώθει αυτοπεποίθηση, να μην έχει άγχος, να έχει νοητικά ή σωματικά ερεθίσματα και να μπορεί να συγκεντρώσει την προσοχή του σε σκέψεις ή πράξεις που δημιουργούν σεξουαλική διέγερση. Οτιδήποτε παρεμβαίνει στα παραπάνω μπορεί να εμποδίσει τη σεξουαλική επαφή. Όταν ένα ή περισσότερα από τα παραπάνω απουσιάζει επίμονα, η αδυναμία σεξουαλικής λειτουργίας μπορεί να γίνει χρόνιο πρόβλημα. Η αυτοπεποίθηση περιλαμβάνει την πεποίθηση ότι μπορείς να λειτουργήσεις σεξουαλικά, ότι ο/η σύντροφος σε βρίσκει ελκυστικό και ότι ο/η σύντροφος έχει καλή διάθεση απέναντί σου. Αν ένας από τους δύο σταθερά υποβιβάζει ή απειλεί τον άλλον, τότε αυτή η αυτοπεποίθηση υπονομεύεται. Οποιοσδήποτε τύπος άγχους κατά τη διάρκεια της επαφής μπορεί να οδηγήσει σε αναστολή της σεξουαλικής λειτουργίας. Το συχνό είναι το άγχος επίδοσης, όπου το άτομο φοβάται πως δεν θα λειτουργήσει σεξουαλικά. Αυτός ο φόβος, όμως, αναστέλλει τη δυνατότητα διέγερσης και επομένως η δυσκολία διέγερσης αυξάνει περισσότερο το άγχος επίδοσης. Προκειμένου να διεγερθεί ένας άντρας ή μία γυναίκα χρειάζεται συνήθως ερεθίσματα νοητικά από τον (τη )σύντροφο που αγαπά ή που επιθυμεί, σε συνδυασμό με τη σωματική διέγερση. Η ανάγκη για μεγαλύτερο σωματικό ερεθισμό αυξάνεται με την αύξηση της ηλικίας. Φυσικά, προκειμένου να μπορούν τα ερεθίσματα να προκαλέσουν διέγερση, το άτομο θα πρέπει να μπορεί να συγκεντρώσει την προσοχή του σε αυτά. Αν το άτομο αισθάνεται ότι αποσπάται η προσοχή του, εξαιτίας σκέψεων για πιθανή δυσλειτουργία ή χαμηλή αυτοπεποίθηση ή σκέψεων που αφορούν στο πώς αντιδρά ο (η) σύντροφος, είναι πιθανό να μη διεγείρεται από τα σεξουαλικά ερεθίσματα. 5. Πότε θα πρέπει ένα ζευγάρι να ζητήσει τη βοήθεια των ειδικών; Το ζευγάρι μπορεί να ζητήσει βοήθεια, αν βιώνει επαναλαμβανόμενες αποτυχημένες σεξουαλικές επαφές ή όταν υπάρχει σημαντική διαφωνία για τις σεξουαλικές πρακτικές. Προβλήματα επίδοσης αφορούν σε δυσκολία επίτευξης ικανοποιητικής στύσης, μειωμένη σεξουαλική επιθυμία, δυσκολία επίτευξης οργασμού, πρόωρη ή καθυστερημένη εκσπερμάτιση, πόνο κατά την επαφή ή στην περίπτωση όπου ένα ζευγάρι αισθάνεται ότι δεν είναι ικανοποιημένο από τη σεξουαλική του ζωή. Επειδή η σεξουαλική λειτουργία δεν επηρεάζεται μόνο από τη σχέση μας και από ψυχολογικούς παράγοντες αλλά και από οργανικούς παράγοντες, μία εκτίμηση θα πρέπει να είναι συνδυαστική. Με τη συνεργασία της Ελεάνας Ελευθερίου (Ψυχοθεραπεύτρια, κλινική θεραπεύτρια σεξουαλικών διαταραχών)