Το θέμα είναι γιατί συμβαίνει και πώς μπορούμε να το αντιμεωπίσουμε. Και, κυρίως αν είμαστε διατεθιμένοι να το αποδεχθούμε και να το βιώσουμε όλο αυτό.
Ο νούμερο ένα παράγοντας της απομάκρυνσης από την συζυγική ερωτική δράση είναι η γνωστή ρουτίνα. Μια φυσική εξέλιξη στην οποία πολλές φορές βάζουμε και εμείς το χεράκι μας με την αδιαφορία και την παραίτηση μας από την προσπάθεια να κρατήσουμε τη σχέση μας σε ένα καλό επίπεδο. Από την άλλη, τόσο η ρουτίνα και η συνήθεια όσο και η δύσκολη καθημερινότητα λόγω παιδιών και επαγγελματικών υποχρεώσεων δεν είναι απαραίτητο ότι συνοδεύονται και από συναισθήματα απέχθειας και αντιπάθειας προς το σύντροφο μας. Ο σεβασμός μπορεί να διατηρείται και να καλλιεργείται και από τους δυο χωρίς όμως να υπάρχει αυτό το μικρό κλικ που θα τον μεταλλάξει σε ερωτική επιθυμία.
Δεν είναι λίγες οι φορές, μάλιστα, που η συμπεριφορά του ζευγαριού μπερδεύει. Αυτό που θα έβλεπε ένας παρατηρητής είναι δυο άνθρωποι ιδιαιτέρως τρυφεροί μεταξύ τους. Και καλά θα το βλέπει. Γιατί ισχύει και συμβαίνει. Αλλά, δυστυχώς, τα αγγίγματα και τα φιλιά δεν ανοίγουν το δρόμο προς μια ερωτική συνεύρεση. Θα αναρωτηθεί κανείς αν αυτό όμως συνιστά ποιοτική ζωή, από τη στιγμή που ένα βασικό συστατικό μιας ερωτικής σχέσης απουσιάζει. Εδώ οι απόψεις διίστανται καθώς είναι πραγματικά προσωπική υπόθεση. Κάποιοι μπορούν να ζήσουν με αυτό – είναι σαν να αποτελεί και ένα είδος προσωπικής επιλογής – και κάποιοι άλλοι το εντοπίζουν ως πρόβλημα.
Η πλειονότητα των παντρεμένουν που αντιμετωπίζουν μια τέτοια κατάσταση το συζητούν, ψάχνουν να βρουν μια λύση και κάνουν κάποιες προσπάθειες έστω για ένα πιο περιστασιακό σεξ. Για να νιώσουν με αυτόν τον τρόπο ότι η σχέση τους δεν έχει σβήσει, έστω και αν δεν υπάρχει πλέον η φλόγα του πρώτου καιρού. Ορισμένοι άλλοι παραιτούνται απο αυτήν την σκέψη και αφήνονται στο τυχαίο. Αν τα πράγματα το φέρουν, θα κάνουν σεξ με το σύντροφο τους αλλά μπορεί και να υποκύψουν και στην αμαρτία της παρανομίας, στα ερωτικά καλέσματα ενός άλλου προσώπου – το οποίο όμως ποτέ δεν γίνεται μια παράλληλη σχέση καθώς η αγάπη για το νόμιμο υπερισχύει.
Η πιο εκκεντρική περίπτωση είναι όταν και οι δυο αποδεχθούν τόσο ουσιαστικά και συνειδητοποιημένα αυτήν την κατάσταση ώστε να δίνουν ο ένας στον άλλο το ελεύθερο να βρίσκεται ερωτικά με όποιον θέλει χωρίς γκρίνιες και ζήλιες. Κάτι τέτοιο βέβαια – αν εξαιρέσουμε την περίπτωση που η επιλογή αυτή υπαγορεύεται από την επιθυμία των παιδιών να μην χωρίσουν οι γονείς τους – μαρτυρά την ανασφάλεια που νιώθει το ζευγάρι να χωρίσει τους δρόμους του, την πεποίθηση τους ότι κανείς άλλος δεν είναι τόσο σημαντικός ώστε να τους κάνει να φύγουν από τη σιγουριά τους. Αν και σύμφωνα με τα στατιστικά τέτοιες καταστάσεις οδηγούν αργά ή γρήγορα στον χωρισμό. Σε αυτήν την επιλογή, βέβαια, καταλήγουν με ειρηνικές διαθέσεις και όσοι αισθάνονται ότι η ερωτική έλξη έφυγε για πάντα και για να μην στερέψει και η αγάπη τους από καβγάδες και αρνητική ενέργεια το παίρνουν απόφαση και ξεκινούν μια νέα ζωή.
Η κατάθεση συναισθημάτων και η συζήτηση γύρω από αυτό το θέμα είναι απόλυτα αποδεχτές κινήσεις και απόδειξη ότι και οι δυο ενδιαφέρονται να σώσουν αυτή τη σχέση στο σύνολο και την ουσία της. Το κακό είναι να γίνεται κάτι τέτοιο εμμονή και μόνιμο θεμά για καβγά ή μούτρα. Η ερωτική διάθεση και συνέρευση χρειάζονται ηρεμία κια όχι κλίμα κόντρας. Χρειάζεται και μια προσωπική δουλειά του καθενός να δει αν μπορεί με τον τρόπο του να συμβάλλει στο άναμμα αυτής της φλόγας. Από μικρά καθημερινά – το πώς θα μιλήσει στο τηλέφωνο και αν θα πει μια γλυκιά καληνύχτα – μέχρι τα πιο μεγάλα και σπουδαία.