Όλο και περισσότερα μηνύματα καταφτάνουν τελευταία ότι το περιβόητο άγχος δεν ταλαιπωρεί μόνο τους μεγάλους, αλλά έχει χτυπήσει και την πόρτα των παιδιών.
Ο αριθμός των παιδιών που δέχονται πιέσεις από το περιβάλλον τους και αντιμετωπίζουν δύσκολες σχέσεις στο οικογενειακό και φιλικό τους περίγυρο διαρκώς αυξάνεται. Αποτέλεσμα;;; Τα περισσότερα παρουσιάζουν δυσκολίες στην συμπεριφορά, άλλα δυσκολεύονται στις σχέσεις με τους συνομηλίκους, ενώ μερικά από το έντονο στρες δεν μπορούν να αντεπεξέλθουν στις καθημερινές τους υποχρεώσεις.
Τι συμβαίνει λοιπόν με τα πιτσιρίκια; Μήπως η ζωή τους τελικά δεν είναι τόσο ξένοιαστη όσο νομίζουμε; Τι τα αγχώνει και πώς μπορούμε να τα βοηθήσουμε;
Τα παιδιά μας σήμερα έχουν στρες και το χειρότερο από όλα είναι ότι δεν είναι στο χέρι τους να το αποβάλουν. Οι αιτίες βρίσκονται στη συμπεριφορά των γονιών και των ενηλίκων. Για να δούμε μερικές :
Το παιδί είναι χαρούμενο όταν και οι γονείς είναι χαρούμενοι με αυτό! Κάνει λοιπόν τα πάντα για να τους ικανοποιήσει και να έχει την αποδοχή τους. Παρατηρεί τις αντιδράσεις τους, αποκωδικοποιεί τις προσδοκίες τους και καταλαβαίνει από πολύ νωρίς τι θέλουν και τι δεν θέλουν από αυτό. Όταν οι απαιτήσεις ή οι προσδοκίες μας είναι υπερβολικές, συχνά δυσανάλογες με την ηλικία του, τη φάση ανάπτυξής του και των ικανοτήτων του, μπορεί να αποτελέσουν μια μεγάλη πηγή στρες. Το παιδί δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις μας και εμείς με την σειρά μας δεν κρύβουμε την δυσαρέσκειά μας. Αυτό αντιλαμβάνεται την απογοήτευσή μας, την οποία μεταφράζει ως δική του ανεπάρκεια και αποτυχία, κλονίζεται η πίστη στις δυνατότητές του και μειώνεται η αυτοεκτίμησή του. Έτσι μπαίνει σ’ ένα φαύλο κύκλο αμφισβήτησης του εαυτού του. Η στάση αυτή επεκτείνεται και εκτός σπιτιού όταν, αργότερα το παιδί θα είναι πολύ ευαίσθητο, γιατί και την παραμικρή παρατήρηση, δεν θα την βλέπει ως ευκαιρία για βελτίωση αλλά θα την ερμηνεύει ως απόρριψη και αποτυχία. Έτσι γίνεται όλο και πιο ευάλωτο σε όλων των ειδών τις πιέσεις.
Βάζουμε ταμπέλες στο παιδί
«Το δικό μου παιδί είναι καλό» είναι μια φράση που φαίνεται απλή, αλλά στην ουσία κρύβει την εξής συνέχεια «…φυσικά δεν κάνει αταξίες». Ο χαρακτηρισμός αυτός δεν μπορεί παρά να κρύβει μια μεγάλη πηγή περιορισμού να παραμείνει «καλό». Και είναι αλήθεια ότι τα «καλά» παιδιά δεν έχουν περιθώριο να φερθούν σαν «κακά» παιδιά γιατί θα έχουν να αντιμετωπίσουν την δυσαρέσκεια των γονιών τους. Αντίστοιχα ο τίτλος του «κακού» παιδιού που συχνά αποδίδεται από τους γονείς και το περιβάλλον στο παιδί του δίνει το δικαίωμα να φερθεί με άσχημο τρόπο, αφού όλοι γύρω του -και τελικά και το ίδιο- πιστεύουν ότι μόνο γι’ αυτό είναι ικανό. Τέτοιες ταμπέλες στο παιδικό μυαλό μπορούν να πάρουν διαστάσεις που κανείς μας δεν μπορεί να φανταστεί. Επίσης, πολύ συχνά ακούμε «μοιάζει της πεθεράς μου, είναι γκρινιάρικο». Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα να περιορίζει το παιδί στον ρόλο που του έχουμε προσδώσει.
Δεν το επιβραβεύουμε
Οι γονείς άθελά μας συχνά κάνουμε το λάθος να κριτικάρουμε το παιδί μας για κάτι που κάνει λάθος, ενώ παραλείπουμε να το επαινούμε για τα κατορθώματά του. Εντούτοις, η συστηματική κριτική σπάνια μπορεί να προσφέρει θετικά αποτελέσματα. Το παιδί αισθάνεται έλλειψη αγάπης και ότι το απορρίπτουμε. Η «απουσία» αποδοχής μπορεί να οδηγήσει το παιδί στο λανθασμένο συμπέρασμα ότι δεν αξίζει. Οι υπερβολικοί φραγμοί και οι συνεχείς απαγορεύσεις πάλι, πολλές φορές έχουν αρνητικό αποτέλεσμα. Το παιδί αισθάνεται ότι δεν μπορεί να εξερευνήσει τον κόσμο γύρω του γιατί είναι επικίνδυνος και εχθρικός και δεν αναπτύσσει πρωτοβουλίες. Αυτά τα μηνύματα δημιουργούν μια αίσθηση ανεπάρκειας στο παιδί σε ότι αφορά την ικανότητά του. Κάθε νέα εμπειρία το αγχώνει, καθώς πιστεύει ότι θα καταλήξει σε αποτυχία και η αυτοεκτίμησή του παραμένει χαμηλή.
Μοιραζόμαστε τα προβλήματά μας μαζί τους
Οι δυσκολίες που περνάμε είναι ένα φορτίο που δεν μπορεί να αντέξει το παιδί μας. Όταν πχ. Υπάρχουν προβλήματα στην σχέση μας, ή όταν έχουμε οικονομικά προβλήματα, παρατηρείται η τάση -από ορισμένους από μας- να συζητάμε τα προβλήματα αυτά με τα παιδιά μας ή ακόμη και να περιμένουμε να αισθανθούμε καλύτερα από την συναισθηματική στήριξη των παιδιών μας. Τα παιδιά τις περισσότερες φορές δεν μπορούν να αντεπεξέλθουν στις προσδοκίες μας. Επιπλέον, όταν τα προβλήματα αφορούν την σχέση με τον σύντροφό μας, το παιδί έρχεται σε ακόμα δυσκολότερη θέση καθώς αντιλαμβάνεται μία πίεση να διαλέξει μέτωπο. Η υποστήριξή του ενός γονέα ισοδυναμεί με την απόρριψη του άλλου και άρα την πιθανή εγκατάλειψη του παιδιού από αυτόν.
Το φορτώνουμε με έξτρα υποχρεώσεις
Συχνά θεωρούμε ότι τα παιδιά δεν έχουν ήδη αρκετά πράγματα στο μυαλό τους και «βιαζόμαστε» να τους μοιράσουμε ευθύνες, τις οποίες είναι πιθανόν να μην είναι έτοιμα να αναλάβουν. Για παράδειγμα η τάση μας να χρίζουμε το μεγαλύτερο παιδί προστάτη του μικρότερου. Αν αυτό γίνεται συστηματικά προσθέτει άγχος, αγωνία και πίεση στο παιδί με συχνά αρνητικές επιπτώσεις για το ίδιο.
Το απορρίπτουμε επειδή δεν φέρεται «σωστά»
Οι αρνητικές συμπεριφορές του παιδιού πολλές φορές προκαλούν την αντιπάθεια των άλλων, οι οποίοι αντιδρούν επίσης αρνητικά σε αυτό, με αποτέλεσμα το παιδί να ζει με μια μόνιμη αίσθηση απόρριψης. Για παράδειγμα, μπορεί το παιδί ν’ αντιδρά όταν προσπαθούμε να το πλησιάσουμε ή να το αγκαλιάσουμε λέγοντας μας «αφήστε με ήσυχο». Αυτή την αντίδραση μερικοί την κρίνουμε αρνητικά και απογοητευμένοι απομακρυνόμαστε από κοντά του. Και έτσι δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος με αποτέλεσμα το παιδί να δυσκολεύεται να πλησιάσει τους άλλους και ν’ αποκτήσει φίλους.
Το ίδιο ισχύει κι όταν το παιδί παρουσιάζει δυσκολίες στην κατάκτηση κάποιων δεξιοτήτων που είναι απαραίτητες για να συμμετέχει σε κοινωνικές δραστηριότητες. Αντίστοιχο είναι και το συναίσθημα όταν παρουσιάζει υπερκινητικότητα, δυσκολία στην οριοθέτηση και του είναι αδύνατον να καθίσει στο θρανίο, με αποτέλεσμα να δέχεται τις επιπλήξεις του δασκάλου.
Αναφέραμε κάποια παραδείγματα, δυστυχώς όμως είναι πολλές ακόμη οι περιπτώσεις που συμπεριφορές μας προκαλούν άγχος στο παιδί. Διαβάστε επίσης πως μπορούμε
πρακτικά να έρθουμε κοντά στο παιδί, να καταλάβουμε τι είναι αυτό που το αγχώνει και να το βοηθήσουμε.
Με τη συνεργασία της Αλεξάνδρας Καππάτου (ψυχολόγος-παιδοψυχολόγος-συγγραφέας, www.akappatou.gr)