Το ερώτημα είναι πώς μπορούμε να μιλήσουμε και να μάθουμε στο παιδί μας την αξία των χρημάτων; Πώς θα το μάθουμε να χαλιναγωγεί τις επιθυμίες, να αξιολογεί τις ανάγκες του και να κατανοήσει ότι οι γονείς δεν μπορούμε να του προσφέρουμε οτιδήποτε λαχταρίσει ή πιθανά όλα όσα έχουν οι φίλοι και οι συμμαθητές του;
Μία άλλη «λεπτή και κρίσιμη» πλευρά είναι το πώς πρέπει να χειριστούμε καθώς μεγαλώνουν, τη πολύ συχνή περίπτωση, που το παιδί, μας ζητάει επίμονα κάτι, π.χ. ένα ακριβό ποδήλατο, μία επώνυμη φόρμα, που όμως εμείς δεν έχουμε τη δυνατότητα να του το αγοράσουμε εκείνη τη στιγμή ή ακόμα χειρότερα, μας παραπονιέται ότι στο φίλο του το αγόρασαν ήδη οι γονείς του.
Γενικά, είναι γεγονός, ότι οι εποχές έχουν αλλάξει πολύ κι ενώ μόλις πριν λίγες δεκαετίες, οι σημερινοί γονείς φτάναμε στο λύκειο -και αν- για να αρχίσουμε να ενδιαφερόμαστε για επώνυμα ρούχα, φίρμες, μάρκες κι όλα τα συναφή, σήμερα τα βλαστάρια μας από την ηλικία κιόλας του δημοτικού, γνωρίζουν πολύ καλά κι απαιτούν τη συγκεκριμένη μάρκα τσάντας, αθλητικών παπουτσιών, κινητού, ηλεκτρονικού παιχνιδιού, κλ.π, που πιθανά οι τιμές τους να είναι «απαγορευτικές» για το δικό μας πορτοφόλι.
Πώς μπορούμε λοιπόν να εξηγήσουμε στο παιδάκι μας, ότι άλλοι άνθρωποι έχουν περισσότερα χρήματα κι άλλοι λιγότερα, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι είναι και λιγότερο ευτυχισμένοι; Πως θα του δώσουμε να καταλάβει την δική μας οικονομική κατάσταση αλλά και τη κοινωνική σας θέση; Πως θα το κάνουμε να αντιληφθεί ότι υπάρχουν κι άλλα πολύ σημαντικά πράγματα στη ζωή εκτός από τα χρήματα, ότι δεν του λείπει τίποτα από τα βασικά αγαθά κι ότι σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να αισθάνεται μειωμένο ή άσχημα, επειδή οι φίλοι του έχουν περισσότερα χρήματα, παιχνίδια, ρούχα;
Είναι σημαντικό να βοηθήσουμε τα παιδιά μας να «χτίσουν» τους απαραίτητους μηχανισμούς, ώστε να μπορούν να προσαρμόζονται στην πραγματικότητα. Δεν χρειάζεται λοιπόν να πούμε ψέματα. Αντίθετα, μπορούμε να τους εξηγήσουμε με ειλικρίνεια την πραγματικότητα. Για παράδειγμα: «οι γονείς του φίλου σου κερδίζουν περισσότερα χρήματα από τη δουλειά τους απ΄ ότι εμείς και του αγόρασαν αυτό που ζήτησε. Καταλαβαίνουμε ότι στενοχωριέσαι λίγο που δεν μπορείς να αποκτήσεις κι εσύ αυτό που θέλεις. Όμως, επειδή δεν διαθέτουμε τα ανάλογα χρήματα αυτή τη στιγμή, μπορούμε, αφού το επιθυμείς τόσο πολύ, να βάλουμε στόχο κι εσύ κι εμείς, να κάνουμε λίγη οικονομία, να μαζέψουμε λεφτά στον κουμπαρά σου για να το αγοράσεις σε λίγο καιρό». Γενικά, είναι χρήσιμο να μιλάμε στα παιδιά για την οικονομική κατάσταση της οικογένειάς, χωρίς όμως πολλές ή εξαντλητικές λεπτομέρειες. Ωστόσο, καλό είναι να αποφεύγουμε τις συνεχής αναφορές γενικά στο θέμα των χρημάτων είτε με θετικό τρόπο, π.χ. ότι έχουμε πολλά λεφτά, κλ.π.. περνώντας έτσι το μήνυμα στα παιδιά ότι τα χρήματα είναι μία πολύ σπουδαία αξία στη ζωή ή ακόμα χειρότερα, να τονίζουμε τη σπουδαιότητα ενός ανθρώπου, συγγενή ή φίλου, επειδή έχει μεγάλη οικονομική άνεση, αλλά ούτε και με αρνητικό τρόπο, δηλαδή να αναφερόμαστε σε αυτά με άγχος κι αγωνία, μεταφέροντας και προσπαθώντας να μοιραστούμε μαζί τους τις δικές μας ανησυχίες για τις οικονομικές δυσκολίες, κάτι που στην ουσία δεν αφορά και δεν ευθύνονται γι αυτό τα παιδιά.
Καθώς λοιπόν το μικρό μας μεγαλώνει κι έρχεται σε επαφή με άλλα παιδιά από διαφορετικές κοινωνικές τάξεις με μεγαλύτερη ή μικρότερη οικονομική άνεση απ΄ ότι η δική μας οικογένεια, θα ήταν πολύ χρήσιμο, να κάνουμε μία συζήτηση μαζί του, χωρίς ψέματα ή ενοχές ή αίσθημα στέρησης, για να του εξηγήσουμε τις κοινωνικές διαφορές που υπάρχουν, να του επισημάνουμε ότι το να είναι κανείς ευτυχισμένος δεν είναι συνδεδεμένο με τον υπερκαταναλωτισμό ή με το πόσα αγαθά έχει και να του δώσουμε το χρόνο για να τα σκεφτεί όλα αυτά. Σίγουρα, δεν μπορεί κανείς να ισχυριστεί ότι είναι κάτι εύκολο, αλλά είναι ωστόσο πολύ χρήσιμο.
Με την συνεργασία της κας Μαρίας Σκαπέρα (Μ.Εd. ψυχοπαιδαγωγός, εκπαιδευτικός σύμβουλος)