Οι ξένες γλώσσες συχνά δυσκολεύουν πολύ τα βλαστάρια μας. Πρώτα από όλα, συνήθως αποτελούν την πρώτη τους επαφή με τον… μαγικό κόσμο των φροντιστηρίων. Δηλαδή την εισαγωγή στην περίοδο της ζωής τους που το σχόλασμα από το σχολείο δεν συνεπάγεται ξεκούραση και παιχνίδι, αλλά ακόμη περισσότερες πληροφορίες. Εκτός αυτού, κάθε νέα γλώσσα εμπεριέχει τους δικούς της εσωτερικούς κανόνες – επομένως και μια διαφορετική λογική. Και δεν είναι σπάνιο φαινόμενο να συναντήσουν στο μάθημα των αγγλικών μία έννοια που δεν έχουν μάθει καλά – καλά στη μητρική τους γλώσσα.
Κάποια πιτσιρίκια, όμως, είναι πιο τυχερά σε αυτόν τον τομέα, καθώς γνωρίζουν δύο γλώσσες ήδη από το πρώτο έτος της ζωής τους! Συνήθως, αιτία για αυτό είναι η καταγωγή ενός ή και των δύο γονιών τους, που τα «αναγκάζει» να έρχονται σε επαφή με δύο γλωσσικά περιβάλλοντα ήδη από τη γέννησή τους. Αν όμως μέχρι πρόσφατα αυτό το πλεονέκτημα αποκτιόταν τυχαία, πλέον αρκετοί γονείς επιδιώκουν να μεγαλώσουν τα παιδιά τους ως δίγλωσσα, χωρίς αυτό να προκύπτει εκ των συνθηκών. Δεν φταίνε μόνο τα προφανή κοινωνικά και οικονομικά οφέλη που μπορεί να αποκομίσει ένα παιδί που γνωρίζει άπταιστα δύο γλώσσες – χωρίς μάλιστα να υποφέρει στις αίθουσες των φροντιστηρίων. Φαίνεται πως τα δίγλωσσα παιδιά έχουν το πλεονέκτημα και όσον αφορά την ανάπτυξη του εγκεφάλου τους!
Τα πλεονεκτήματα της διγλωσσίας
Η Αμερικανική Εταιρία Λόγου, Ομιλίας και Ακοής έχει συντάξει μια ολόκληρη λίστα με πλεονεκτήματα της διγλωσσίας, όπως προκύπτουν από έρευνες. Ανάμεσά τους συγκαταλέγονται και τα παρακάτω.
Τα δίγλωσσα παιδιά:
- Μαθαίνουν πιο εύκολα καινούργιες λέξεις.
- Είναι πιο ικανά στη δημιουργία ομοιοκαταληξίας.
- Μπορούν να «σπάσουν» ευκολότερα τις λέξεις σε συλλαβές όταν πια αρχίσουν να διαβάζουν και να γράφουν.
- Συγκρατούν καλύτερα νέες πληροφορίες.
- Είναι πιο ικανά στην κατηγοριοποίηση.
- Έχουν μεγαλύτερη ευχέρεια στην επίλυση προβλημάτων.
- Οι ακουστικές τους δεξιότητες είναι πιο ανεπτυγμένες.
- Διαθέτουν ενσυναίσθηση και αισθάνονται συνδεδεμένα με τα άτομα με τα οποία μιλούν την ίδια γλώσσα.
Μπορώ να κάνω το μωρό μου δίγλωσσο;
Υπάρχει τρόπος να μεγαλώσετε ένα δίγλωσσο μωρό, ακόμη και αν οι ίδιοι μιλάτε μόνο ελληνικά. Επιστήμονες στη Μαδρίτη διερεύνησαν πόσο και πώς ακριβώς πρέπει ένα μωρό να έρχεται σε επαφή με μία δεύτερη γλώσσα προκειμένου να την κατακτήσει. Με αυτό το σκοπό μελέτησαν παιδιά ηλικίας 7 έως 33 μηνών και έλεγξαν τον τρόπο με τον οποίο η διδασκαλία αγγλικών επηρέαζε τη γλωσσική τους ανάπτυξη. Τα μωρά έκαναν κάθε μέρα… μάθημα με καθηγητές που είχαν τα αγγλικά ως μητρική γλώσσα για μια περίοδο 18 εβδομάδων.
Σύμφωνα με τους ερευνητές, όσο μικρότερο είναι ένα μωρό όταν ξεκινά να μαθαίνει μια δεύτερη γλώσσα, τόσο πιο πιθανό είναι να γίνει δίγλωσσο. Όλα τα παιδιά γεννιούνται με την ικανότητα να «πιάνουν» ήχους από οποιαδήποτε γλώσσα. Όμως μέχρι να κλείσουν το πρώτο έτος της ζωής τους έχουν πλέον μάθει να εστιάζουν αποκλειστικά στους ήχους της μητρικής τους. Αν σε αυτό το διάστημα προλάβουν να εξοικειωθούν με περισσότερες γλώσσες, ο εγκέφαλός τους σχηματίζει «μονοπάτια» για την καθεμία από αυτές, πράγμα που δεν μπορεί να κάνει ένας ενήλικος εγκέφαλος. Ακόμη όμως και αν ο μπόμπιράς σας έχει ήδη φυσήξει το πρώτο του κεράκι, μπορεί να απολαύσει πολλά πλεονεκτήματα αν αρχίσει να μαθαίνει μια δεύτερη γλώσσα πριν την ηλικία των πέντε ετών.
Ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος για να τα καταφέρω;
Οι επιστήμονες βρήκαν ότι η πρόσωπο με πρόσωπο επαφή είναι πιο αποτελεσματική από οποιοδήποτε βιντεοσκοπημένο υλικό. Μάλιστα, τα μωρά κάτω των 9 μηνών είναι ικανά να μάθουν μια γλώσσα εξίσου καλά με τη μητρική τους αν κάνουν «μαθήματα» που στηρίζονται στο παιχνίδι. Παλιότερες έρευνες είχαν ανακαλύψει πως αρκούν μόλις 12 μισάωρα μαθήματα σε βάθος πέντε εβδομάδων ώστε ο εγκέφαλος των μωρών να σχηματίσει τα μονοπάτια που αποτελούν τη βάση αυτής της διαδικασίας!
Εκτός από τον χρόνο, όμως, παίζει ρόλο και ο τρόπος. Τα καλύτερα αποτελέσματα προέκυπταν όταν οι καθηγητές μιλούσαν στα μωρά χρησιμοποιώντας απλή γραμματική, λεπτότερη φωνή από το συνηθισμένο και «τραβώντας» τα φωνήεντα – με άλλα λόγια, όπως τους απευθύνονται συνήθως και οι γονείς τους. Αυτό συμβαίνει γιατί οι βρεφικοί εγκέφαλοι έχουν την τάση να εστιάζουν πρώτα στον ίδιο τον ήχο και έπειτα να τον αντιλαμβάνονται ως λέξη.
Και τι γίνεται με τα μεγαλύτερα μωρά; Η ισπανική έρευνα βρήκε ότι μία ώρα καθημερινών μαθημάτων με βάση το παιχνίδι για 18 εβδομάδες έφεραν σημαντικά αποτελέσματα όσον αφορά την κατανόηση και την παραγωγή νοήματος στα αγγλικά. Το σημαντικότερο; Δεκαοκτώ εβδομάδες αργότερα, χωρίς να έχουν καμία επιπλέον επαφή με την αγγλική γλώσσα, τα μωρά ήταν σε θέση να ανακαλέσουν τους ήχους και τις λέξεις που είχαν μάθει κατά τη διάρκεια των μαθημάτων.