Όταν είμαστε μωρά, το γάλα είναι η ουσία που μας κρατά στη ζωή και εξασφαλίζει την καλή υγεία και ανάπτυξή μας. Όμως αργότερα, η ίδια αυτή πολύτιμη τροφή ενδέχεται να φέρνει περισσότερα προβλήματα παρά οφέλη. Υπεύθυνο για αυτό είναι ένα πρόβλημα πολύ συνηθισμένο μεταξύ των ενηλίκων: Η δυσανεξία στη λακτόζη.
Η διάσπαση της λακτόζης, ενός σακχάρου που απαντάται στους περισσότερους τύπους γάλακτος, γίνεται χάρη σε ένα ένζυμο που παράγει το σώμα μας, την λακτάση. Τα βρέφη παράγουν συνήθως αρκετή ώστε να καταφέρουν να χωνέψουν το μητρικό γάλα, όμως όσο μεγαλώνουμε τόσο μειώνεται η ποσότητά της στον οργανισμό μας.
Μέχρι την ενηλικίωση, έως και 70% των ανθρώπων στον κόσμο δεν είναι ικανοί να χωνέψουν πλήρως αυτόν τον τύπο σακχάρου – αν και το ποσοστό είναι μικρότερο στα άτομα Ευρωπαϊκής καταγωγής. Εκτός από την λακτάση, σημαντικό ρόλο παίζουν και παράγοντες όπως διάφορες μολύνσεις ή χρόνια νοσήματα του πεπτικού συστήματος, αλλά και ορισμένοι τύποι φαρμάκων.
Πώς θα καταλάβω αν έχω δυσανεξία στη λακτόζη;
Αν και πρόκειται για ένα πολύ συνηθισμένο φαινόμενο, πολλές φορές οι πάσχοντες αργούν να το εντοπίσουν – εν μέρει γιατί έχουν συνηθίσει να αντιμετωπίζουν το γάλα ως κάτι ευεργετικό για τον οργανισμό τους. Ωστόσο, υπάρχουν αρκετά συμπτώματα που μπορούν να ξεδιαλύνουν την κατάσταση.
Πόνος στο στομάχι
Η λακτόζη, όταν το σώμα μας αδυνατεί να την διασπάσει, περνά από το στομάχι μας και φτάνει στο παχύ έντερο. Εκεί υφίσταται ζύμωση από την χλωρίδα του εντέρου, δηλαδή τα φυσιολογικά βακτήρια που ζουν εκεί. Αυτή η διαδικασία απελευθερώνει λιπαρά οξέα βραχείας αλύσου αλλά και αέρια όπως υδρογόνο, μεθάνιο και διοξείδιο του άνθρακα. Εμείς την βιώνουμε ως πόνο και κράμπες στην κοιλιά – κυρίως χαμηλά ή γύρω από τον αφαλό.
Φούσκωμα
Το φούσκωμα προκαλείται από την αύξηση νερού και αερίων στο παχύ έντερο, που κάνουν το στομάχι μας να διασταλεί. Το πόσο θα φουσκώσουμε δεν εξαρτάται από την ποσότητα λακτόζης, αλλά από τη δική μας ευαισθησία στην αίσθηση της διαστολής του στομάχου. Σε ακραίες περιπτώσεις, αυτή η δυσφορία μπορεί να οδηγήσει σε ναυτίες ή ακόμη και εμετούς.
Διάρροια
Η αύξηση της ποσότητας του νερού στο παχύ έντερο μπορεί να μας προκαλέσει διάρροια. Το συγκεκριμένο σύμπτωμα είναι πιο συνηθισμένο στα παιδιά, αλλά δεν είναι απίθανο να παρουσιαστεί και σε ενήλικες πάσχοντες. Επιπλέον, διάρροια μπορεί να προκληθεί από οποιονδήποτε υδατάνθρακα καταφέρει να φτάσει αδιάλυτος στο παχύ έντερο σε ποσότητα μεγαλύτερη των 45 γραμμαρίων. Και αυτή η ποσότητα είναι πολύ μεγάλη. Για παράδειγμα, στην περίπτωση της λακτόζης απαιτούνται 750 ml με 1 λίτρο γάλακτος και πλήρης αδυναμία του σώματός μας να την διασπάσει.
Αέρια
Όσο μικρότερη ικανότητα έχει το σώμα μας να διασπάσει τη λακτόζη, τόσο περισσότερο «εκπαιδεύονται» τα βακτήρια του εντέρου στην εκτέλεση αυτής της αποστολής. Έτσι, αυξάνονται και οι ζυμώσεις και συνακόλουθα η παραγωγή αερίων. Αν αντιμετωπίζετε το συγκεκριμένο σύμπτωμα, ίσως σας παρηγορήσει το γεγονός ότι τα συγκεκριμένα αέρια είναι άοσμα!
Δυσκοιλιότητα
Κι όμως, το ίδιο πρόβλημα που μπορεί να προκαλέσει διάρροια έχει την ικανότητα να επιφέρει και τα αντίθετα αποτελέσματα – αν και πολύ πιο σπάνια. Στην προκειμένη περίπτωση, υπεύθυνο είναι ένα συγκεκριμένο αέριο: Το μεθάνιο. Οι επιστήμονες πιστεύουν πως έχει την ικανότητα να καθυστερεί την κίνηση της τροφής στο έντερο, οδηγώντας σε δυσκοιλιότητα. Ωστόσο, το συγκεκριμένο σύμπτωμα είναι πιο συνηθισμένο στο Σύνδρομο Ευερέθιστου Εντέρου, το οποίο επίσης μπορεί να χειροτερέψει με την κατανάλωση γαλακτοκομικών.
Άλλα συμπτώματα
Οι πονοκέφαλοι, η εξάντληση, η δυσκολία συγκέντρωσης, οι πόνοι στους μυς και τις αρθρώσεις, οι άφθες, οι δυσκολίες στην ούρηση και το έκζεμα έχουν δηλωθεί κατά καιρούς ως συμπτώματα της δυσανεξίας στη λακτόζη. Αν και τα περισσότερα από αυτά δεν είναι επιβεβαιωμένες συνέπειες του συγκεκριμένου προβλήματος, η εμφάνισή τους σε συνδυασμό με κάποια από τα υπόλοιπα και μετά την κατανάλωση γαλακτοκομικών καλό είναι να σας βάλει σε υποψίες.
Πώς θα μου γίνει διάγνωση;
Τα παραπάνω συμπτώματα δεν φανερώνουν πάντα δυσανεξία στη λακτόζη, αλλά και άλλες διαταραχές της πέψης όπως το Σύνδρομο Ευερέθιστου Εντέρου. Για αυτό είναι απαραίτητη η εκπόνηση διαγνωστικών εξετάσεων. Ο γιατρός σας θα σας προτείνει διαδικασίες όπως είναι το τεστ δυσαπορρόφησης της λακτόζης μέσω παρακολούθησης της αύξησης της γλυκαιμίας, το τεστ αναπνοής με μέτρηση του υδρογόνου μετά την κατανάλωση λακτόζης και ο γενετικός έλεγχος για πρωτοπαθή δυσαπορρόφηση λακτόζης.
Τι θα ακολουθήσει;
Η ρύθμιση του προβλήματος είναι αρκετά εύκολη και στηρίζεται σε αλλαγές στη διατροφή σας. Το γάλα, το παγωτό και τα spreads τυριού είναι τα γαλακτοκομικά με τη μεγαλύτερη περιεκτικότητα λακτόζης. Τα τυριά, έχοντας υποστεί διαδικασία ζύμωσης, περιέχουν σημαντικά λιγότερη και μπορούν να σας βοηθήσουν στην πρόσληψη επαρκούς ποσότητας ασβεστίου. Δεν αποκλείεται ο γιατρός σας να σας προτείνει και κάποια σκευάσματα λακτάσης, προκειμένου να αποφύγετε τα δυσάρεστα συμπτώματα.