«O Δημήτρης ήταν πάντοτε νευρικό και ανήσυχο παιδί. Από τότε όμως που πηγαίνει στο σχολείο, η κατάστασή του έγινε ανεξέλεγκτη. H δασκάλα με καλεί επανειλημμένα για να μου πει πως είναι πολύ προβληματισμένη. O Δημήτρης κάνει όλη την τάξη κυριολεκτικά άνω-κάτω. Στο θρανίο του κουνιέται συνεχώς, δαγκώνει τα μολύβια του, παίζει με τις γoμoλάστιχες και συνήθως θορυβεί την ώρα της παράδοσης.

Στην τάξη επίσης συχνά “ταξιδεύει” με τις σκέψεις του, χωρίς να παρακολουθεί τη διδασκαλία, με συνέπεια να υστερεί στα μαθήματα. Αλλά και η σχολική εργασία στο σπίτι είναι ένα δράμα, καθώς ενώ συνήθως την ξεκινά με διάθεση, γρήγορα “κoλλάει” και δεν μπορεί να προχωρήσει… Δυστυχώς, και με τους φίλους του, έχει δυσκολίες. Επιθυμεί να παίζει μαζί τους, όταν όμως κάτι δεν του ταιριάζει, θυμώνει, φωνάζει, τους χτυπάει και συχνά πρέπει να ζητώ συγγνώμη από τις άλλες μητέρες».

Μα γιατί συμπεριφέρεται έτσι;

 

Στην παραπάνω αφήγηση της μητέρας του Δημήτρη, ίσως βρείτε κοινά στοιχεία με το δικό σας παιδί. Που πολλές φορές η ανάρμοστη συμπεριφορά του σας οδηγεί σε απόγνωση… Ωστόσο η συμπεριφορά αυτή δεν ανήκει σε ένα ζωηρό, άτακτο και κακομαθημένο παιδί, αλλά είναι η χαρακτηριστική εικόνα ενός παιδιού που αντιμετωπίζει τη λεγόμενη Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ) , η οποία εμφανίζεται στο 5%-7% του μαθητικού πληθυσμού.

Οπως μάλιστα επισημαίνει η ψυχίατρος παιδιών και εφήβων Φρίντα Κωνσταντοπούλου: «Η αναγνώριση του προβλήματος συμπίπτει, στις περισσότερες περιπτώσεις, με την ένταξη στο δημοτικό, εξαιτίας των αυξημένων απαιτήσεων για συγκρότηση, προσοχή και συμμόρφωση στους κανόνες. Ομως, παρόλο που πρόκειται για μια τόσο συχνή κατάσταση, η Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας συνεχίζει να είναι ελάχιστα κατανοητή».

Τι ακριβώς είναι αυτή η διαταραχή;

 

Σε Πανελλήνιο Παιδοψυχιατρικό Συνέδριο με θέμα «Ψυχική Υγεία Παιδιού & Εφήβου στη Σύγχρονη Ελλάδα», οι ειδικοί μίλησαν για μια από τις συχνότερες αναπτυξιακές διαταραχές, που σχετίζεται με πολλαπλούς γενετικούς ή άλλους βιολογικούς παράγοντες, οι οποίοι προκαλούν ιδιαιτερότητες στη δομή και στη λειτουργία του εγκεφάλου.

Οι νευροδιαβιβαστές του εγκεφάλου δηλαδή δεν μεταβιβάζουν µηνύµατα από το ένα κύτταρο στο άλλο, µε αποτέλεσμα το παιδί να µην μπορεί να ελέγξει τις παρορμήσεις του, να έχει προβλήματα συγκέντρωσης και να είναι υπερκινητικό. Ο καθηγητής Παιδιατρικής στο Πανεπιστήμιο του Τορόντο Νόρμαν Σόντερς, ο οποίος έχει ασχοληθεί ιδιαίτερα με την έρευνα της συγκεκριμένης διαταραχής, επίσης επισημαίνει: «Η Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ), και διεθνώς ADHD (Attention Deficit Hyperactivity Disorder), δεν αποτελεί τόσο πάθηση όσο ένα σύνολο προβληματικών συμπεριφορών, οι οποίες συχνά διαφέρουν κατά περίπτωση.

Για παράδειγμα, ένα ποσοστό 25%-30% των παιδιών με ADHD παρουσιάζουν μόνο μαθησιακές δυσχέρειες, ενώ περίπου μισά από τα παιδιά με αυτή τη διαταραχή εμφανίζουν και αφηρημάδα, αδεξιότητα, επιθετική και ανάρμοστη συμπεριφορά, υπερβολικό άγχος ή και κατάθλιψη. Ακόμα, οι έρευνες έχουν αποδείξει ότι τα αγόρια εμφανίζουν συχνότερα συµπτώµατα υπερκινητικότητας, και μάλιστα κατά την προσχολική ηλικία, επειδή ίσως από τη φύση τους είναι πιο δραστήρια, ενώ τα κορίτσια, επειδή είναι πιο “κλειστά” και λιγότερο δραστήρια, εκδηλώνουν κυρίως διάσπαση προσοχής στη σχολική και στην προεφηβική ηλικία».

Ποιος ο ρόλος της κληρονομικότητας;

 

Αν και τα ακριβή αίτιά της δεν είναι ακόμη απολύτως σαφή, οι ερευνητές σήμερα έχουν καταλήξει πως η κληρονομικότητα παίζει σημαντικό ρόλο, αφού έχει βρεθεί ότι τα παιδιά που υποφέρουν έχουν συχνά (σε ποσοστό πάνω από 50%) έναν ή περισσότερους στενούς συγγενείς με τη διαταραχή. Οι στρεσογόνοι παράγοντες στο σπίτι (π.χ. εντάσεις μεταξύ των γονιών), αλλά και οι τοξίνες του περιβάλλοντος μπορεί να αναστατώσουν τη χημική ισορροπία των νευροδιαβιβαστών του εγκεφάλου. Και βέβαια σε ό,τι αφορά τη ΔΕΠΥ, η βελτίωση και η καλή πρόγνωση της διαταραχής εξαρτώνται και από την έγκαιρη διάγνωση σε μικρή ηλικία.

Πώς γίνεται η διάγνωση

 

Απαραίτητη η σωστή διάγνωση και αντιμετώπιση. Προκειµένου ο ειδικός – αρχικά ο παιδίατρος και στη συνέχεια ο παιδοψυχίατρος – να καταλήξει στο εάν το παιδί πάσχει ή όχι από Διαταραχή Ελλειµµατικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας θα πρέπει: Να πάρει λεπτοµερές ιατρικό ιστορικό του παιδιού. Να συνθέσει πληροφορίες που προέρχονται από τους γονείς και τους δασκάλους.

Να εξακριβώσει αν τα συγκεκριμένα συµπτώµατα οφείλονται πράγματι σε ΔΕΠΥ. Να βοηθήσει τους γονείς να «χτίσουν» µια καλή προσωπική επικοινωνία µε το παιδί. «Σε ό,τι αφορά την αντιμετώπιση της ΔΕΠΥ απαραίτητο είναι να εφαρμόζεται ένα σφαιρικό πρόγραμμα – εξατομικευμένο και μοναδικό για την κάθε περίπτωση – που να στοχεύει στην πολύπλευρη διαχείριση των δυσκολιών του παιδιού. Ενα τέτοιο πρόγραμμα θεραπείας μπορεί να περιλαμβάνει συνδυασμό προσεγγίσεων, που δρουν από κοινού υποστηρίζοντας η μία την άλλη (ψυχοεκπαίδευση και συμβουλευτική γονέων και παιδιών, παρεμβάσεις αποκατάστασης των δυσκολιών στο σχολείο, οικογενειακή ή/και ατομική ψυχοθεραπεία, θεραπεία συμπεριφοράς, φαρμακευτική αντιμετώπιση)» εξηγεί η Φρίντα Κωνσταντοπούλου.

Συμπτώματα στο παιδί (σχολικής και προσχολικής ηλικίας) που πρέπει να σας βάλουν σε υποψία

 

  • Βρίσκεται συνεχώς σε κίνηση (συμπεριφέρεται σαν να έχει «μοτεράκι» μέσα του).
  • Παίζει με τα χέρια, κουνάει τα πόδια, κουνιέται στο κάθισμα.
  • Δεν μπορεί να συγκεντρωθεί.
  • Αποσπάται εύκολα από άσχετα ερεθίσματα.
  • Δείχνει ότι δεν ακούει.
  • Δεν ανταποκρίνεται όταν του μιλούν και συχνά χρειάζεται προσπάθεια για να τραβήξει κανείς την προσοχή του.
  • Δυσκολεύεται στην οργάνωση.
  • Δυσκολεύεται να ολοκληρώσει ό,τι αρχίζει.
  • Αποφεύγει οτιδήποτε απαιτεί παρατεταμένη πνευματική προσπάθεια.
  • Χάνει και ξεχνάει πράγματα.
  • Ξεχνά τις σχολικές εργασίες.
  • Απορροφάται δύσκολα σε μια δραστηριότητα.
  • Φλυαρεί υπερβολικά και διακόπτει άλλους ομιλητές.
  • Απαντάει χωρίς να περιμένει να ολοκληρωθεί η ερώτηση.
  • Εχει δυσκολία να περιμένει τη σειρά του και γενικότερα να περιμένει.
  • Δεν χαίρεται το παιχνίδι με τα άλλα παιδιά, γιατί δεν είναι σε θέση να παίξει οργανωμένα μαζί τους.
  • Παρουσιάζει τάση για ατυχήματα από απροσεξία, καθώς συχνά δεν έχει αίσθηση του κινδύνου.

 

Προσοχή: Αν διαπιστώσετε ότι το παιδί σας παρουσιάζει έξι ή περισσότερα από τα παραπάνω χαρακτηριστικά συμπτώματα, πρέπει να μιλήσετε με τον παιδίατρό σας, ο οποίος και θα σας συμβουλέψει για το τι θα κάνετε στη συνέχεια.