Αν είστε από αυτούς που παλεύετε τα βράδια να κοιμηθείτε μάλλον πρέπει να βρείτε λύση, καθώς έρευνα αποκάλυψε ότι μελλοντικά θα έχετε προβλήματα τόσο στην υγεία σας όσο και στη νοητική σας κατάσταση. Συγκεκριμένα, μελέτη σε 2.496 ενηλίκους βρήκε ότι η αδυναμία κάποιων ανθρώπων να κοιμηθούν εύκολα, συγκριτικά με άλλα μοτίβα αϋπνίας, ήταν το βασικό σύμπτωμα γνωστικής εξασθένησης 14 χρόνια αργότερα.
Συμπτώματα κατάθλιψης και αγγειακές παθήσεις:
Τα αποτελέσματα δημοσιεύθηκαν στο Sleep και δείχνουν ότι τα προβλήματα κάποιων ανθρώπων να αποκοιμηθούν το 2002 σχετίστηκαν με γνωστική εξασθένηση το 2016. Μάλιστα, στους ανθρώπους που δεν τους έπιανε εύκολα ο ύπνος υπήρχε πρόβλεψη για χειρότερη επεισοδιακή μνήμη, εκτελεστική λειτουργία, γλώσσα, ταχύτητα επεξεργασίας και οπτικοακουστική απόδοση. Η περαιτέρω ανάλυση διαπίστωσε ότι οι συσχετισμοί ανάμεσα στην έναρξη του ύπνου και τη μεταγενέστερη γνωστική ικανότητα εξηγούνταν εν μέρει τόσο από συμπτώματα κατάθλιψης όσο και από αγγειακές παθήσεις το 2014 για όλους τους ανωτέρω τομείς εκτός από την επεισοδιακή μνήμη, η οποία εξηγήθηκε μόνο από τα συμπτώματα κατάθλιψης.
«Παρόλο που τα στοιχεία για τη σύνδεση ανάμεσα στην αϋπνία και τη γνωστική εξασθένηση σε γηραιότερους ενήλικες συνεχώς αυξάνονται, είναι δύσκολο να ερμηνεύσουμε τη φύση αυτών των συσχετισμών δεδομένου του διαφορετικού τρόπου με τον οποίο η αϋπνία και η γνωστική εξασθένηση μπορούν να εμφανιστούν στους ανθρώπους. Διερευνώντας, λοιπόν, αυτούς τους συσχετισμούς ανάμεσα σε συγκεκριμένα προβλήματα αϋπνίας και τη γνωστική ικανότητα για μεγάλο χρονικό διάστημα και χρησιμοποιώντας μέτρα αξιολόγησης της γνωστικής ικανότητας, ελπίζαμε ότι θα αποκτήσουμε επιπλέον πληροφορίες σχετικά με το αν και πώς αυτά τα διαφορετικά προβλήματα ύπνου μπορούν να οδηγήσουν σε χειρότερα αποτελέσματα γνωστικής ικανότητας», εξηγεί ο επικεφαλής συγγραφέας από το Τμήμα Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου του Michigan, Δρ. Afsara Zaheed.
Παράλληλα, υπογραμμίζει:
«Τα αποτελέσματα είναι σημαντικά δεδομένης της έλλειψης προς το παρόν διαθέσιμων θεραπειών για τις γνωστικές διαταραχές που εμφανίζονται αργότερα στη ζωή, όπως η νόσος Αλτσχάιμερ και άλλα είδη άνοιας. Η υγεία και οι συμπεριφορές του ύπνου συνήθως είναι τροποποιήσιμες. Τα αποτελέσματα, λοιπόν, υποδεικνύουν ότι ο τακτικός έλεγχος για συμπτώματα αϋπνίας μπορεί να συμβάλει στην παρακολούθηση και τον εντοπισμό ανθρώπων που δεν τους πιάνει εύκολα ο ύπνος στη μέση ηλικία και οι οποίοι μπορεί να διατρέχουν κίνδυνο ανάπτυξης γνωστικής εξασθένησης αργότερα στη ζωή τους. Χρειάζονται, πάντως, επιπλέον έρευνες για να προσδιοριστεί αν η παρέμβαση στα συμπτώματα της άνοιας μπορεί να αποτρέψει ή να επιβραδύνει την εξέλιξη της γνωστικής εξασθένησης αργότερα στη ζωή».