Η διατροφή μιας γυναίκας κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης αποτελεί έναν κρίσιμο παράγοντα για την υγιή έκβασή της, καθώς μέσω αυτής θα πρέπει να εξασφαλιστεί η πρόσληψη της απαραίτητης ενέργειας και των θρεπτικών συστατικών για την ομαλή ανάπτυξη του εμβρύου.
Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει πως μια έγκυος θα πρέπει να «τρώει για δύο», όπως συχνά συστήνουν συγγενείς και φίλοι.
Αντίθετα, μάλιστα, η αυξημένη πρόσληψη θερμίδων κατά τη διάρκεια της κύησης μπορεί να οδηγήσει σε υπέρμετρη αύξηση του βάρους, γεγονός που συνδέεται με υψηλότερο κίνδυνο εμφάνισης επιπλοκών και που παράλληλα έχει συσχετιστεί και με την πιθανότητα εμφάνισης προβλημάτων υγείας στο παιδί, τόσο άμεσα όσο και μακροπρόθεσμα.
Παράλληλα έχει φανεί πως οι μέλλουσες μητέρες που παίρνουν πολλά κιλά στην εγκυμοσύνη δυσκολεύονται να επιστρέψουν στο αρχικό τους βάρος μετά τον τοκετό.
Πόσο βάρος μπορεί να πάρει μια έγκυος
Στο σημείο αυτό θα πρέπει να αναφερθεί ότι η αύξηση του βάρους κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης είναι μια φυσιολογική και απαραίτητη διαδικασία, που υποστηρίζει την υγιή ανάπτυξη του εμβρύου και την ομαλή έκβαση της κύησης.
Η συνιστώμενη συνολική πρόσληψη βάρους στην εγκυμοσύνη διαφοροποιείται ανάλογα με τον δείκτη μάζας σώματος της μέλλουσας μητέρας και διαμορφώνεται στα 11,5-16 κιλά για γυναίκες φυσιολογικού σωματικού βάρους, 7-11,5 κιλά για υπέρβαρες και 5-9 κιλά για παχύσαρκες γυναίκες.
Επίσης, το πώς θα πάρει μια γυναίκα τα κιλά κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης σχετίζεται άμεσα με την ανάπτυξη του εμβρύου. Ετσι, ένα μεγάλο μέρος των κιλών, σχεδόν το 50%, αποκτάται το τελευταίο τρίμηνο της κύησης και το υπόλοιπο 50% τους πρώτους 6 μήνες.
Πόσες θερμίδες μπορεί να προσλαμβάνει
Οσον αφορά το πόσο πρέπει να τρώει μια έγκυος, αν και οι ενεργειακές απαιτήσεις αυξάνονται κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, στο 1ο τρίμηνο ουσιαστικά δεν απαιτείται επιπλέον πρόσληψη θερμίδων, ενώ στο 2ο και 3ο τρίμηνο συστήνεται αύξηση της ενεργειακής πρόσληψης κατά περίπου 300 θερμίδες ανά ημέρα.
Βέβαια, δεν θα πρέπει να ξεχνάμε πως οι συνολικές ενεργειακές απαιτήσεις μιας εγκύου επηρεάζονται από πολλούς παράγοντες, όπως για παράδειγμα τα επίπεδα άσκησης, ενώ η ημερήσια πρόσληψη θερμίδων θα πρέπει να συμβαδίζει και με τον κατά περίπτωση στόχο αύξησης βάρους, ανάλογα με το αρχικό σωματικό βάρος.
Οι λιγούρες της εγκυμοσύνης
Επίσης ένα συχνό φαινόμενο κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, που σχετίζεται με το σωματικό βάρος, είναι ότι πολλές γυναίκες εμφανίζουν διάφορες «λιγούρες», δηλαδή έντονη επιθυμία κατανάλωσης συγκεκριμένων τροφίμων.
Αντικείμενο της λιγούρας μπορεί να είναι οποιοδήποτε τρόφιμο, γλυκό ή αλμυρό, ενώ συνήθως υπάρχει διαφοροποίηση μεταξύ των εγκύων όσον αφορά τις προτιμήσεις τους. Οι λιγούρες της εγκυμοσύνης δεν έχουν διερευνηθεί εκτενώς από επιστημονικές μελέτες και τα αίτια εμφάνισής τους παραμένουν σε μεγάλο βαθμό άγνωστα.
Ωστόσο, κατά καιρούς έχουν διατυπωθεί ορισμένες θεωρίες, που ενδεχομένως εξηγούν εν μέρει το φαινόμενο.
Μία από τις επικρατέστερες υποθέσεις συνδέεται με τις ορμονικές αλλαγές που παρατηρούνται κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, οι οποίες ενδέχεται να προκαλέσουν μεταβολές στην αίσθηση της γεύσης και της όσφρησης στις εγκύους.
Ετσι, είναι πιθανό να αναζητούν γεύσεις και μυρωδιές που τους ήταν αδιάφορες παλαιότερα ή αντίστοιχα να δείχνουν αποστροφή για τρόφιμα που συνήθιζαν να καταναλώνουν ευχάριστα πριν από την εγκυμοσύνη.
Μια άλλη θεωρία υποστηρίζει πως οι λιγούρες της εγκυμοσύνης αντικατοπτρίζουν την έλλειψη θρεπτικών συστατικών, τα οποία προσπαθεί να αναπληρώσει ο οργανισμός.
Ωστόσο, πολλοί επιστήμονες δεν φαίνεται να συμφωνούν με αυτή την άποψη, καθώς τα τρόφιμα που συχνά «λαχταρούν» να καταναλώσουν οι έγκυοι έχουν χαμηλή θρεπτική αξία ή προσφέρουν πολύ μικρές ποσότητες απαραίτητων θρεπτικών συστατικών.
Από την άλλη, είναι πολύ πιθανό η έντονη επιθυμία για κατανάλωση συγκεκριμένων τροφίμων να οφείλεται σε ψυχοκοινωνικούς παράγοντες. Σε κάθε περίπτωση, θα λέγαμε πως η περιστασιακή κατανάλωση «λιχουδιών» που ενδεχομένως επιθυμεί μια έγκυος δεν αποτελεί πρόβλημα.
Ωστόσο απαιτείται προσοχή, καθώς σε περιπτώσεις όπου η λιγούρα αφορά τρόφιμα υψηλού θερμιδικού περιεχομένου και η κατανάλωσή τους γίνεται σε αυξημένη ποσότητα ή συχνότητα, τότε υπάρχει πιθανότητα υπέρμετρης αύξησης του σωματικού βάρους που, όπως είναι γνωστό, αποτελεί σημαντικό παράγοντα κινδύνου για την εμφάνιση επιπλοκών κατά τη διάρκεια της κύησης.
Πώς φεύγουν τα κιλά της εγκυμοσύνης
Ενα ερώτημα που πολύ συχνά τίθεται είναι το κατά πόσο και πότε μετά τον τοκετό μια γυναίκα μπορεί να μπει σε μια διαδικασία απώλειας βάρους.
Η απάντηση στο ερώτημα είναι πολύ απλή.
Το συντομότερο δυνατό. Οσο περισσότερο παραμένουν σε μια γυναίκα τα κιλά της εγκυμοσύνης τόσο πιο πολύ παγιώνονται (τα συνηθίζει δηλαδή ο οργανισμός) και πιο δύσκολα μπορούν να χαθούν στη συνέχεια.
Κατά συνέπεια, από τη στιγμή που θα επιστρέψει η μαμά στο σπίτι, μπορεί να αφήσει να περάσουν οι πρώτες σαράντα ημέρες προσαρμογής, όπου το πρόγραμμα και του μωρού και της μαμάς είναι ακατάστατο, οπότε δεν είναι εύκολο να μπει ένας συγκεκριμένος διατροφικός προγραμματισμός, και μετά να ξεκινήσει.
Ωστόσο θα πρέπει να τονιστεί ότι δεν πρέπει να περιμένει θαύματα και ακόμη κι αν χάσει κάποια κιλά, το σώμα χρειάζεται τουλάχιστον εννέα μήνες για να αποκατασταθεί πλήρως η εικόνα του στην προ εγκυμοσύνης κατάσταση.
Αν πάλι εντάξει (εφόσον δεν συντρέχουν ιατρικοί λόγοι που να μην το επιτρέπουν) και λίγη γυμναστική, το αποτέλεσμα θα είναι ταχύτερο και πιο άμεσο.
Πώς βοηθάει ο θηλασμός
Τα πλεονεκτήματα του μητρικού θηλασμού είναι αδιαμφισβήτητα, όχι μόνο για το βρέφος αλλά και για τη μητέρα, με τη διεθνή επιστημονική βιβλιογραφία να αναδεικνύει συνεχώς τα άμεσα και μακροπρόθεσμα οφέλη του, καθώς και να διευρύνει όλο και περισσότερο το φάσμα των ευεργετικών του δράσεων.
Σε αυτές περιλαμβάνεται και η ταχύτερη επαναφορά στο βάρος που είχε η μητέρα πριν από την εγκυμοσύνη.
Με άλλα λόγια, ο θηλασμός, δεδομένου ότι αυξάνει τις ενεργειακές απαιτήσεις της μητέρας, μπορεί να συμβάλει στην απώλεια των «κιλών της εγκυμοσύνης», αρκεί βέβαια να συνδυαστεί με ένα ισορροπημένο διατροφικό πρότυπο.
Ο θηλασμός λοιπόν βοηθάει να χαθούν και πιο εύκολα τα κιλά αλλά και να αποκατασταθεί πιο γρήγορα η εικόνα του σώματος μιας γυναίκας. Αλλωστε θα μπορούσε ενεργειακά να θεωρηθεί και σαν μια μορφή ήπιας άσκησης για μια γυναίκα, αφού μέσω του γάλακτος που δίνει στο μωρό της χάνονται θερμίδες, και μάλιστα αρκετές.
Σε κάθε περίπτωση βέβαια οι θηλάζουσες μητέρες δεν θα πρέπει να ακολουθούν αυστηρά περιοριστικές δίαιτες, αφού η υπερβολική μείωση της ενεργειακής πρόσληψης μπορεί να ελαττώσει την ποσότητα του παραγόμενου γάλακτος ή να οδηγήσει σε διακοπή του θηλασμού.
*Ευχαριστούμε για τη συνεργασία τον κ. Χάρη Γεωργακάκη, κλινικό διαιτολόγο–διατροφολόγο, MSc στην Κλινική Διατροφή, αντιπρόεδρο του Ελληνικού Ιδρύματος Καρδιαγγειακής Υγείας και Διατροφής.