Περίπου ένας στους οκτώ ανθρώπους στον πλανήτη, συνολικά πάνω από ένα δισεκατομμύριο άνθρωποι, πληρούν σήμερα τα κριτήρια της παχυσαρκίας και αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο για μια σειρά παθήσεων, δείχνει η τελευταία εκτίμηση του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) και διεθνούς ομάδας ερευνητών.
Το ποσοστό των παχύσαρκων στον πληθυσμό ξεπερνά πλέον τους υπέρβαρους στα περισσότερα κράτη, ακόμα και σε χώρες χαμηλού εισοδήματος που παλαιότερα αντιμετώπιζαν πρόβλημα υποσιτισμού, διαπιστώνει η μελέτη που δημοσιεύεται στο The Lancet, η οποία βασίστηκε σε δεδομένα για περισσότερους από 220 εκατομμύρια ανθρώπους σε περισσότερες από 190 χώρες.
Διαβάστε επίσης: COVID-19: Πώς η πανδημία «ξύπνησε» την ιλαρά
Από το 1990 ως το 2022 η αναλογία των παχύσαρκων ατόμων τετραπλασιάστηκε μεταξύ παιδιών και εφήβων και διπλασιάστηκε μεταξύ των ενηλίκων, αναφέρουν οι ερευνητές.
Το ίδιο διάστημα, το ποσοστό των ατόμων με βάρος κάτω του κανονικού μειώθηκε κατά το ένα πέμπτο για τα κορίτσια, κατά το ένα τρίτο για τα αγόρια και κατά το ήμισυ για τους ενηλίκους.
«Στο παρελθόν θεωρούσαμε την παχυσαρκία πρόβλημα των πλουσίων. Η παχυσαρκία είναι πλέον πρόβλημα όλου του κόσμου» δήλωσε ο Φρανσέσκο Μπράνκα, αρμόδιος του ΠΟΥ για θέματα διατροφής, σε συνέντευξη Τύπου που παρακολούθησε το Reuters.
Διπλό βάρος
Η διόγκωση του προβλήματος της παιδικής παχυσαρκίας είναι «πολύ ανησυχητική» δήλωσε ο Ματζίντ Ετσάτι, καθηγητής του Imperial College στο Λονδίνο και μέλος της ερευνητικής ομάδας.
Αν και τα ποσοστά παχυσαρκίας έχουν αρχίσει να σταθεροποιούνται σε αρκετές πλούσιες χώρες, σε φτωχότερα κράτη συνεχίζουν να αυξάνονται, επισήμανε. Σε πολλές περιπτώσεις ένα σημαντικό μέρος του πληθυσμού είναι παχύσαρκο ενώ για ένα άλλο ο υποσιτισμός παραμένει σημαντικό πρόβλημα, μια κατάσταση που έχει γίνει γνωστή «διπλό βάρος» και παρατηρείται εντονότερα σε χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος, μεταξύ άλλων στην Καραϊβική και τη Μέση Ανατολή.
Το χαμηλό σωματικό βάρος έχει σημαντικές επιπτώσεις στην ανάπτυξη των παιδιών και την υγεία των ηλικιωμένων. Από την άλλη, οι παχύσαρκοι άνθρωποι αντιμετωπίζουν κίνδυνο πρόωρου θανάτου από διαβήτη, καρδιαγγειακά νοσήματα, νεφροπάθεια και άλλες σοβαρές παθήσεις.
Η μελέτη επικαιροποιεί την προηγούμενη εκτίμηση της ίδιας ομάδας από το 2017, όταν 774 εκατομμύρια άνθρωποι άνω των 5 ετών ζούσαν με παχυσαρκία, περίπου η ίδια αναλογία –ένας προς οκτώ- που προκύπτει από τα νέα δεδομένα.
Στην ανάλυση συμμετείχαν πάνω από 1.500 επιστήμονες της Συνεργασίας Παραγόντων Κινδύνου Μη Μεταδοτικών Παθήσεων.
Για την αντιμετώπιση του φαινομένου απαιτούνται μέτρα όπως η φορολόγηση των προϊόντων με ζάχαρη και τα υγιεινά σχολικά γεύματα, δήλωσε ο γενικός γραμματέας του ΠΟΥ Τέντρος Αντανόμ Γκεμπρεγιέσους.
«Αυτό απαιτεί συνεργασία του ιδιωτικού τομέα, ο οποίος πρέπει να καταστεί υπόλογος για τις επιπτώσεις των προϊόντων τους στην υγεία.
Οι ερευνητές επισημαίνουν ωστόσο ορισμένους περιορισμούς της ανάλυσης, όπως η έλλειψη δεδομένων για την εποχή μετά την πανδημία COVID-19 και η χρήση του δείκτη μάζας σώματος στον ορισμό της παχυσαρκίας, ο οποίος χαρακτηρίζεται «ατελές» μέτρο.