Πόσο κοντά είμαστε στο να κυριεύσουν τα ρομπότ τον κόσμο; Αυτό δεν το γνωρίζουμε, για την ώρα τουλάχιστον, αλλά μάλλον αρκετά κοντά. Σε όλους μας έχει κάνει εντύπωση, μπορεί και λιγάκι να μας έχει θορυβήσει, η εξέλιξη της τεχνολογίας, αλλά και η εξοικείωση που έχουν τα παιδιά, πριν ακόμη ξεκινούν να μιλάνε. Για εκείνα η χρήση του κινητού είναι “παιχνιδάκι” υλοποιώντας εργασίες που ακόμη και εμάς μπορεί να μας δυσκολεύουν.
Με την εξοικείωση αυτή, η εμφάνιση των ρομπότ, όπως του “Ρομπότ Σοφία” σε εμάς μπορεί να φαντάζει σενάριο επιστημονικής φαντασίας που με κάποιο μαγικό τρόπο βγήκε αληθινό, αλλά για τα παιδιά της νέας γενιάς δεν είναι παρά κάτι το συνηθισμένο.
Διαβάστε επίσης: Παιδί: Να του πάρω κινητό;
Τόσο συνηθισμένο μάλιστα, που μπορεί να το εμπιστεύονται περισσότερο και από τους ανθρώπους. Έτσι τουλάχιστον φαίνεται από τις έρευνες.
Πιο συγκεκριμένα, μια έρευνα θέλησε να εξετάσει αν τα παιδιά θα εμπιστευόντουσαν περισσότερο τις αντικρουόμενες πληροφορίες που λάμβαναν από ανθρώπους ή ρομπότ, για να κατανοήσουμε καλύτερα με ποιο τρόπο η αλληλεπίδραση του παιδιού με την τεχνολογία και τα ρομπότ επηρεάζει τον τρόπο εκμάθησης και την ανάπτυξη τους.
Πώς πραγματοποιήθηκε η έρευνα με τα ρομπότ
Η μελέτη διεξήχθη διαδικτυακά και τα 111 παιδιά – συμμετέχοντες κλήθηκαν τυχαία να παρακολουθήσουν βίντεο με ένα από τα τρία ζεύγη παραγόντων: έναν αξιόπιστο άνθρωπο και ένα αξιόπιστο ρομπότ, ένα αξιόπιστο ρομπότ και έναν αναξιόπιστο άνθρωπο ή έναν αξιόπιστο άνθρωπο και ένα αναξιόπιστο ρομπότ.
Η μελέτη περιελάμβανε τρεις φάσεις: ιστορία, δοκιμή και προτίμηση.
Στη φάση της ιστορίας, τα παιδιά παρακολούθησαν βίντεο όπου ο άνθρωπος και το ρομπότ χαρακτήριζαν οικεία αντικείμενα.
Ανάλογα με τη συνθήκη, ο ένας “αφηγητής” χαρακτήριζε σταθερά σωστά τα αντικείμενα, ενώ ο άλλος τα χαρακτήριζε λανθασμένα. Αυτή η φάση είχε ως στόχο να εδραιώσει την αξιοπιστία ή την αναξιοπιστία κάθε “αφηγητή” στο μυαλό των παιδιών.
Στη φάση δοκιμής, τα παιδιά έβλεπαν βίντεο με τους ίδιους “αφηγητές” να επισημαίνουν νέα αντικείμενα με άγνωστα ονόματα.
Αρχικά ρωτήθηκαν από ποιον ήθελαν να ζητήσουν το όνομα του αντικειμένου και αφού άκουσαν και τους δύο “αφηγητές” να δίνουν μια ονομασία, ρωτήθηκαν ποια ονομασία θεωρούσαν σωστή (δοκιμασίες επιδοκιμασίας).
Σε αυτή τη φάση μετρήθηκε η εμπιστοσύνη των παιδιών στους “αφηγητές” με βάση την αξιοπιστία που δημιουργήθηκε κατά τη φάση της ιστορίας.
Η τελευταία φάση ήταν της προτίμησης κατά την οποία τα παιδιά απάντησαν σε ερωτήσεις που αξιολογούσαν την κοινωνική τους στάση απέναντι στους “αφηγητές”. Οι ερωτήσεις αυτές περιλάμβαναν σε ποιον θα προτιμούσαν να πουν ένα μυστικό, ποιον θα ήθελαν για φίλο, ποιον θεωρούσαν πιο έξυπνο και ποιον προτιμούσαν για δάσκαλο.
Ποια ήταν τα αποτελέσματα;
Στην φάση της ιστορίας, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι τα παιδιά ήταν πιο πιθανό να εμπιστευτούν τον “αφηγητή” που είχε καθιερωθεί ως αξιόπιστος. Στις δοκιμασίες ερώτησης και έγκρισης της φάσης δοκιμής, τα παιδιά έδειξαν σαφή προτίμηση στο να ρωτούν και να επικυρώνουν τις ονομασίες του αξιόπιστου “αφηγητή”.
Αξίζει να σημειωθεί, ωστόσο, ότι στη συνθήκη reliable-both (όπου και οι δύο “αφηγητές” ήταν αξιόπιστοι), το ρομπότ ήταν πιο πιθανό να επιλεγεί από τα παιδιά. Αυτό υποδηλώνει ότι ακόμη και όταν τόσο ο άνθρωπος όσο και το ρομπότ ήταν αξιόπιστοι, τα παιδιά έδειχναν προτίμηση στο ρομπότ.
Ο παράγοντας που επίσης έπαιξε ρόλο στην απόφαση των παιδιών ήταν η ηλικία τους. Τα λίγο μεγαλύτερα παιδιά έδειξαν προτίμηση στους ανθρώπους, ειδικά όταν εκείνοι είχαν οριστεί ως αξιόπιστοι. Ενώ τα νεότερα παιδιά είχαν μια έντονη προτίμηση προς τα ρομπότ.
Αυτό που ίσως μας προβληματίζει είναι η κοινωνική στάση των παιδιών απέναντι στα ρομπότ τα οποία επέλεξαν, ειδικά στις περιστάσεις που ήταν αξιόπιστα. Αυτή η προθυμία να εμπιστευτούν τα ρομπότ έναντι των ανθρώπων έχει σημαντικές επιπτώσεις στον τρόπο με τον οποίο τα ρομπότ και άλλοι τεχνολογικοί παράγοντες μπορούν να ενσωματωθούν σε εκπαιδευτικά και αναπτυξιακά πλαίσια για τα παιδιά.
Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι η έρευνα έγινε διαδικτυακά και τα παιδιά δεν είχαν κάποια δια ζώσης αλληλεπίδραση με το ρομπότ ή τους ανθρώπους. Αν η έρευνα διεξαγόταν δια ζώσης ίσως να παρατηρούσαμε κάποιες μικροδιαφορές.