Ένα μοναχοπαίδι αποφεύγει με μεγαλύτερη δυσκολία κάποιες προκλήσεις που όσα παιδιά έχουν αδέρφια μπορεί να αντιμετωπίσουν με ευκολία ή να μην αντιμετωπίσουν ποτέ. Αρχικά, το παιδί δεν έχει να συμμαχήσει με το αδερφάκι του ούτε να στραφεί σε αυτό για βοήθεια και υποστήριξη όταν τα πράγματα δυσκολεύουν. Από πολύ μικρή ηλικία, καλείται να αποφασίσει μόνο του, να υπερασπιστεί τον εαυτό του και να εμπιστευτεί το δικό του ένστικτο στη διαχείριση των διαφόρων καταστάσεων, γεγονός που έχει βέβαια και τη θετική του πλευρά.

Τι άλλο ενδέχεται να αγχώσει το παιδί;

Διαβάστε επίσης: Ατυχήματα στο νερό: Πώς τα προλαβαίνουμε;

Οι υψηλές προσδοκίες

Πολλές φορές, άθελά μας ως γονείς πέφτουμε στην παγίδα να ωθήσουμε τα παιδιά μας να έχουν επιτυχία σε… όλους τους τομείς. Μάλιστα, ένα μοναχοπαίδι μπορεί να αισθάνεται αυξημένη πίεση να εκπληρώσει τις επιθυμίες των γονιών του επειδή ακριβώς είναι το μοναδικό παιδί. Έτσι, ίσως εσωτερικεύσει τις επιθυμίες του, παλεύοντας κάτω από το βάρος αυτών των προσδοκιών.

Η έλλειψη ικανότητας διαχείρισης των διαφωνιών

Η διαχείριση των συγκρούσεων είναι μια χρήσιμη δεξιότητα ζωής η οποία με έναν τρόπο μαθαίνεται αν κανείς έχει αδέρφια. Αν όμως όχι, ίσως το παιδί μεγαλώνοντας να κλείνεται και να αποφεύγει συζητήσεις και ζητήματα που το απασχολούν αντί να αναζητά λύσεις μέσω του διαλόγου.

Η μοναξιά

Δεν είναι τυχαίο άλλωστε που τα περισσότερα παιδιά ζητούν ένα αδερφάκι. Επιπλέον, δεδομένου ότι περνούν πολύ χρόνο με ενήλικες, ίσως η αλληλεπίδραση με τα άλλα παιδιά να μην τους είναι τόσο εύκολη ώστε να αφεθούν και να παίξουν ελεύθερα.

Σε τι διαφέρουν, τελικά, τα μοναχοπαίδια από τα άλλα παιδιά;

Οι επιστημονικές έρευνες μας πληροφορούν ότι:

  • Τα παιδιά αυτά υστερούν κατά μέσο όρο ως προς τις κοινωνικές τους δεξιότητες και την κοινωνικότητα. Αυτό εξηγείται καθώς η ποιότητα της σχέσης μεταξύ αδερφών αποτελεί προγνωστικό δείκτη κοινωνικής προσαρμογής, οπότε η απουσία αυτής της σχέσης και των εμπειριών (π.χ. να μοιράζονται από την αγάπη και την προσοχή των γονιών τους, μέχρι τα χρήματα της οικογένειας) που αναπτύσσονται μέσα σε αυτή από τα πρώτα χρόνια της ζωής του παιδιού μπορεί να μειώνει τις δυνατότητες της μετέπειτα κοινωνικής και διαπροσωπικής προσαρμογής του παιδιού.
  • Τα μοναχοπαίδια παρουσιάζουν υψηλότερα ποσοστά άγχους και διαπροσωπικής εξάρτησης.
  • Όπως και τα πρωτότοκα παιδιά, έχουν λιγότερο καλή φυσική κατάσταση και μειωμένες αθλητικές επιδόσεις σε σχέση με τα υστερότοκα παιδιά. Αλλά έχουν υψηλότερη νοητική και ακαδημαϊκή επίδοση έναντι των υστερότοκων.
  • Πρόσφατες έρευνες έδειξαν πως τα μοναχοπαίδια έχουν αρκετά υψηλό μορφωτικό επίπεδο. Αυτό συμβαίνει, πρώτον, γιατί απολαμβάνουν περισσότερες παροχές και, δεύτερον, γιατί έρχονται περισσότερο σε επαφή με ενηλίκους, γεγονός που τα βοηθάει να ωριμάσουν και γρηγορότερα. Επίσης, το γεγονός ότι ασχολούνται περισσότερο με τον εαυτό τους (διαβάζουν μόνα τους ή παίζουν κάποιο μουσικό όργανο) βοηθά πολύ στην προσωπική τους εξέλιξη.

Δεν είναι όλα τα μοναχοπαίδια το ίδιο

Όπως βέβαια και όλες οι οικογένειες που μεγαλώνουν μοναχοπαίδι. Απλώς, υπάρχουν κάποια στερεότυπα που διαμορφώνουν μια παγιωμένη και κοινή αντίληψη που έχουμε γι’ αυτά. Έτσι, τείνουμε να θεωρούμε ότι ένα μοναχοπαίδι είναι εξ ορισμού κακομαθημένο, προνομιούχο, εγωκεντρικό, ακοινώνητο, ανώριμο, επιθετικό, μοναχικό, υπερευαίσθητο, ότι αρρωσταίνει πιο εύκολα, κ.ά.

Δεν μπορούμε όμως να βγάζουμε τόσο γενικά συμπεράσματα, για τον απλούστατο λόγο ότι δεν είναι δυνατόν όλοι οι άνθρωποι που μεγάλωσαν χωρίς αδέρφια να είναι ίδιοι. Μπορεί, δηλαδή, ένα μοναχοπαίδι να είναι υπερπροστατευμένο, να νιώθει μεγάλη μοναξιά, να είναι κακομαθημένο, φοβισμένο, θαρραλέο, υπεύθυνο, ανεύθυνο κλπ., αλλά μπορεί να μην έχει και κανένα από τα παραπάνω χαρακτηριστικά.

Όλα αυτά εξαρτώνται από την προσωπικότητα των γονιών και του παιδιού και από τους λόγους για τους οποίους δεν υπήρξε άλλο παιδί. Έτσι, καταλαβαίνουμε ότι αυτοί οι γενικοί χαρακτηρισμοί είναι αυθαίρετοι και συχνά λανθασμένοι.