Έχετε μικρό στήθος; Τότε είστε πολύ τυχερές, κι εσείς αλλά και το μωράκι σας. Μπορεί να μην το γνωρίζατε μέχρι πρότινος αλλά ένα μικρότερο στήθος, κατά τη διάρκεια του θηλασμού, παράγει πιο θρεπτικό μητρικό γάλα.

Τα οφέλη του θηλασμού για την υγεία των μωρών είναι ευραίως αναγνωρισμένα, καθώς παίζει τεράστιο ρόλο στην προώθηση της μακροπρόθεσμης υγείας του παιδιού. Το μητρικό γάλα δεν είναι μόνο πηγή θρεπτικών συστατικών αλλά περιέχει και διάφορα βιοενεργά συστατικά τα οποία επηρεάζουν την ανάπτυξη του μωρού. Παρόλο που το μητρικό γάλα διαφέρει από μητέρα σε μητέρα, το πού οφείλονται οι διαφορές αυτές δεν είναι πλήρως κατανοητό.

Διαβάστε επίσης: Θηλασμός: Από ποια σοβαρή ασθένεια μας προστατεύει;

Στο παρελθόν οι έρευνες έχουν καταλήξει στο αποτέλεσμα ότι χαρακτηριστικά της μητέρας, όπως το σωματικό λίπος, η διατροφή και η συχνότητα σίτισης επηρέαζουν τη σύνθεση του γάλακτος. Ωστόσο, δεν είχε ερευνηθεί κατά πόσο το μέγεθος του στήθους επηρεάζει την σύνθεσή του.

Για αυτό λοιπόν και πραγματοποιήθηκε μια έρευνα στην Πολωνία με 137 γυναίκες που θήλαζαν. Οι μητέρες παρείχαν στοιχεία για τις ίδιες και τα μωρά τους, όπως η περιφέρεια του μαστού και του υπομαστού, τον δείκτη μάζα σώματός τους, και το ποσοστό του σωματικού λίπους τους. Επιπλέον, οι συμμετέχουσες συμπλήρωσαν ένα γενικό ερωτηματολόγιο σχετικά με την κοινωνικοοικονομική τους κατάσταση, το αναπαραγωγικό τους ιστορικό και τις συνήθειες θηλασμού.

Επίσης, συλλέχθηκε δείγμα από το μητρικό γάλα της κάθε συμμετέχουσας και ελέγχθηκε ως προς την περιεκτικότητα σε θερμίδες, λιπαρά, πρωτεΐνη καθώς και τη λακτόζη.

Οι ερευνητές ανακάλυψαν πως οι γυναίκες με μεγαλύτερο στήθος, παρήγαγαν γάλα με μικρότερη περιεκτικότητα σε λακτόζη σε αντίθεση με τις γυναίκες με μικρότερο στήθος. Ωστόσο, δεν βρέθηκε κάποια άλλη διαφορά, όπως στην περιεκτικότητα σε πρωτεΐνη ή λιπαρά.

Γιατί το μικρό στήθος παράγει γάλα με μεγαλύτερη περιεκτικότητα σε λακτόζη;

Οι ερευνητές υπέθεσαν ότι ορμονικοί παράγοντες μπορεί να εξηγούν αυτό το εύρημα. Το μεγαλύτερο μέγεθος του μαστού συνδέεται με υψηλότερα επίπεδα των ορμονών οιστραδιόλη και προγεστερόνη. Αυτές οι ορμόνες μπορούν να μειώσουν τη συνολική παραγωγή γάλακτος και να αναστείλουν τη σύνθεση της λακτόζης μειώνοντας τα επίπεδα μιας συγκεκριμένης πρωτεΐνης, της α-λακταλβουμίνης, στο μητρικό γάλα.

Επίσης, μέσω της μελέτης τους οι ερευνητές αποκάλυψαν ότι η συχνότητα που η μητέρα θηλάζει το μωρό αλλά και οι συνολικές θερμίδες που καταναλώνει επηρεάζουν την περιεκτικότητα της λακτόζης στο μητρικό γάλα, πιθανόν λόγω της συγκέντρωσης της προλακτίνης, μιας ορμόνης που διεγείρει την παραγωγή του μητρικού γάλακτος.

Γνωρίζοντας όλες αυτές τις πληροφορίες και τις διαφορές ανάμεσα στο μητρικό γάλα, μπορούμε να παρέχουμε στις μητέρες εξατομικευμένες ιατρικές συμβουλές, για να παρέχουν στο μωράκι τους πιο θρεπτικό γάλα, δήλωσαν οι επιστήμονες.