Τα ποσοστά καρκίνου του μαστού σε γυναίκες κάτω των 50 ετών έχουν αυξηθεί περισσότερο από 15% τις τελευταίες δύο δεκαετίες. Πολλοί παράγοντες είναι πιθανό να κρύβονται πίσω από την αύξηση, συμπεριλαμβανομένης της παχυσαρκίας, της κατανάλωσης αλκοόλ, της γενετικής και άλλων, αλλά ο ρόλος που παίζει η πρώιμη εφηβεία στον κίνδυνο καρκίνου του μαστού μιας γυναίκας έχει αρχίσει να κερδίζει την επιστημονική προσοχή.
Όπως εξηγούν οι ερευνητές, η ηλικία της εφηβείας για τα κορίτσια πέφτει ολοένα και περισσότερο τις τελευταίες δεκαετίες. Παράλληλα, η ηλικία απόκτησης του πρώτου μωρού για τις περισσότερες γυναίκες, αυξάνεται. Σαν αποτέλεσμα, πολλές γυναίκες εκτίθενται σε περισσότερα οιστρογόνα κατά τη διάρκεια της ζωής τους και ο θετικός σε υποδοχείς οιστρογόνων καρκίνος του μαστού είναι ο πιο κοινός τύπος σε όλες τις ηλικιακές ομάδες. Αυτοί οι αναπαραγωγικοί παράγοντες μπορεί να σχετίζονται με τύπους καρκίνου του μαστού στις νεότερες γυναίκες.
Διαβάστε επίσης: Περίοδος στην εφηβεία: Έρχεται όλο και πιο νωρίς
Πρώιμη έμμηνος ρύση και καρκίνος του μαστού
Είναι γνωστό εδώ και καιρό ότι η έναρξη της εφηβείας πολύ νωρίς συνδέεται με μεγαλύτερο κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου του μαστού, ομολογούν οι επιστήμονες.
Μια μελέτη που δημοσιεύθηκε πρόσφατα στο έγκριτο περιοδικό JAMA αποκάλυψε ότι οι γυναίκες που γεννήθηκαν από το 1950 έως το 1969 είχαν κατά μέσο όρο την πρώτη τους περίοδο 12,5 ετών. Λιγότερο από το 9% των κοριτσιών είχε εμμηναρχή πριν από την ηλικία των 11 ετών, δηλαδή, πρώιμη και μόλις το 0,6% αυτών των γυναικών είχαν την πρώτη τους περίοδο πριν από την ηλικία των 9 ετών. Τα κορίτσια που γεννήθηκαν από το 2000 έως το 2005 είχαν την πρώτη τους περίοδο, κατά μέσο όρο, λίγο πριν κλείσουν τα 12, μισό χρόνο νωρίτερα από εκείνα που γεννήθηκαν 40 με 50 χρόνια πριν. Τα ποσοστά πρώιμης και πολύ πρώιμης εμμηναρχής αυξήθηκαν, φτάνοντας στο 15,5% και 1,4%, αντίστοιχα.
Μελέτες έχουν δείξει επίσης ότι για κάθε χρόνο μικρότερης ηλικίας εμμηναρχής, ο κίνδυνος καρκίνου του μαστού κατά τη διάρκεια της ζωής αυξάνεται κατά περίπου 5%. Η πλήρης ανάπτυξη του μαστού αυξάνει επίσης τον κίνδυνο καρκίνου του μαστού. Μια μελέτη σε σχεδόν 50.000 γυναίκες διαπίστωσε ότι τα κορίτσια των οποίων το στήθος αναπτύχθηκε πριν από την ηλικία των 10 ετών, είχαν 23% υψηλότερο κίνδυνο να αναπτύξουν καρκίνο του μαστού στη ζωή τους σε σύγκριση με εκείνα που το στήθος τους άρχισε να αναπτύσσεται σε ηλικία 12 ή 13 ετών.
Όταν σε μια γυναίκα αρχίζει η έμμηνος ρύσης, οι ωοθήκες της απελευθερώνουν οιστρογόνα και προγεστερόνη. Και τα δύο μπορούν να παίξουν ρόλο στην αύξηση του κινδύνου μιας γυναίκας για ορμονοευαίσθητους υποτύπους καρκίνου του μαστού, οι οποίοι συνήθως αναπτύσσονται πιο αργά και αντιμετωπίζονται πιο εύκολα. Περίπου το 75% των καρκίνων του μαστού είναι ευαίσθητοι σε τουλάχιστον μία ορμόνη, συνήθως προγεστερόνη ή οιστρογόνο, σύμφωνα με την Αμερικανική Αντικαρκινική Εταιρεία.
Ταυτόχρονα, οι γυναίκες κάνουν παιδιά αργότερα στη ζωή τους ή επιλέγουν να μην κάνουν παιδιά.
«Οι γυναίκες που κάνουν παιδιά πριν από την ηλικία των 30 ετών έχουν μειωμένο κίνδυνο να αναπτύξουν καρκίνο του μαστού μακροπρόθεσμα. Δεν ξέρουμε το γιατί, αλλά όσο μεγαλύτερης ηλικίας είσαι όταν έχεις την πρώτη σου εγκυμοσύνη, τόσο υψηλότερος είναι ο κίνδυνος βραχυπρόθεσμα», δήλωσαν οι ερευνητές. «Ίσως αυτό έχει να κάνει με το γεγονός ότι όταν το σώμα είναι σε μικρότερη ηλικία, λειτουργεί καλύτερα ως προς την καταστολή των φλεγμονωδών αποκρίσεων και την επιδιόρθωση του κατεστραμμένου DNA», εικάζουν οι ίδιοι.
«Οι γυναίκες είτε δεν κάνουν παιδιά είτε κάνουν παιδιά αργότερα στη ζωή τους. Δεν θηλάζουν τόσο πολύ, γεγονός που αυξάνει τον κίνδυνο καρκίνου του μαστού. Αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Γνωρίζουμε ότι η παχυσαρκία και ο καθιστικός τρόπος ζωής συμβάλλουν», επισημαίνουν.
«Το μεγαλύτερο μέρος της έρευνας που διεξάγεται και αφορά στους παράγοντες του τρόπου ζωής και τον καρκίνο του μαστού γίνεται σε γυναίκες όλων των ηλικιακών ομάδων, γεγονός που καθιστά δύσκολο τον εντοπισμό συγκεκριμένων παραγόντων κινδύνου για τις νεότερες γυναίκες. Είναι σημαντικό γενικά να υιοθετούνται μοντέλα πρόβλεψης του κινδύνου που να λαμβάνουν υπόψη περισσότερα από το προσωπικό και οικογενειακό ιστορικό, όπως η πρόωρη εφηβεία. Μια ολιστική προσέγγιση του κινδύνου θα ήταν πιο αποτελεσματική σχετικά με τις ενέργειες και τον έλεγχο που θα έπρεπε να κάνει κάθε γυναίκα», καταλήγουν.