Σύμφωνα με έρευνα που δημοσιεύτηκε πρόσφατα στο International Journal of Mental Health and Addiction, η έννοια του ανήκειν στο σχολείο σε ηλικίες 15 -16 χρόνων, επηρεάζει τη χρήση ουσιών στην πρώιμη ενηλικίωση, από τα 20 δηλαδή έως και τα 28.

Η συγκεκριμένη έρευνα είναι από τις πιο μακροχρόνιες στην Αυστραλία και εξετάζει την κοινωνική και συναισθηματική ανάπτυξη των συμμετεχόντων από τη βρεφική ηλικία μέχρι και την ενηλικίωση.

Διαβάστε επίσης: Έφηβοι: Τρώνε σωστά;

Από την έρευνα προέκυψε, επίσης, ότι στο σχολικό περιβάλλον, το να νιώθουν οι έφηβοι ότι ανήκουν κάπου, προήλθε σε μεγάλο βαθμό από την κοινή τους αίσθηση ότι είναι αποξενωμένοι. Όταν νιώθεις ότι δεν ταιριάζεις πουθενά, συνδέεσαι με όσους έχουν το ίδιο συναίσθημα. Η κοινή λοιπόν… αποξένωση των μαθητών, οδήγησε στην ανάπτυξη της αίσθησης του ανήκειν.

Πολλά παιδιά βέβαια ενισχύουν τα θετικά τους συναισθήματα και την αυτοπεποίθησή τους, μέσα από τους ισχυρούς δεσμούς που μπορεί να αναπτύξουν με κάποιους καθηγητές, στους οποίους δείχνουν εμπιστοσύνη. Σε όσους μαθητές συνέβαινε κάτι τέτοιο, ένιωθαν πιο άνετα ως μέρος ενός συνόλου.

Αίσθημα του ανήκειν στο σχολείο και ουσίες

Όσον αφορά στην πρόβλεψη για τη χρήση ουσιών, οι μαθητές με υψηλότερη αίσθηση του ανήκειν στο σχολείο είχαν περίπου 25% χαμηλότερη πιθανότητα να χρησιμοποιήσουν καπνό ή άλλες ουσίες στην πρώιμη ενηλικίωση.

Συγκεκριμένα, για τη χρήση του καπνού, διαπιστώθηκε ότι το προστατευτικό αποτέλεσμα της αίσθησης του ανήκειν στο σχολείο ήταν πιο ισχυρό, όταν οι συμμετέχοντες ήταν 19-20 ετών και ενώ αυτό το αποτέλεσμα μειώθηκε κάπως στα επόμενα χρόνια της ζωής τους, εξακολουθούσε να κάνει τη διαφορά.

Το παράδοξο που προκύπτει από την έρευνα είναι ότι η αίσθηση του ανήκειν και οι ισχυρές συνδέσεις στο σχολείο δεν είχαν σημαντική επίδραση στα ποσοστά υπερβολικής κατανάλωσης αλκοόλ, γεγονός που μας βάζει σε σκέψεις για ορισμένες συνήθειες και πώς αυτές επηρεάζονται από τις ευρύτερες κοινωνικές επιρροές ή την οικογένεια.

Ο ρόλος που έχουν το σχολείο και οι καθηγητές

Διάφορες παρεμφερείς μελέτες αποκαλύπτουν ότι η βοήθεια που παρέχεται στους μαθητές, ώστε να βρουν τη θέση τους στο σχολείο δεν αφορά μόνο την ψυχική τους υγεία, αλλά έχει επιρροή στις επιλογές που κάνουν τα συγκεκριμένα άτομα για πολλά χρόνια μετά ως ενήλικες.

Αυτό δείχνει πόσο καθοριστική είναι η σημασία του πώς βιώνει κάποιος τα σχολικά του χρόνια, πόσο αυτό μπορεί στο μέλλον να του στοιχίσει ή να του ανοίξει πόρτες, ποιες δυνατότητες μπορεί να ξεκλειδώσει και πόσο τελικά να ωφελήσει την προσωπική εξέλιξη του κάθε ανθρώπου.

Μέσα από όλα αυτά γίνεται σαφές το πόσο σημαντικός είναι ο ρόλος που έχουν οι εκπαιδευτικοί, οι διευθυντές των σχολείων, οι γονείς και τα άλλα μέλη της σχολικής κοινότητας, μιας και μπορούν να επιδράσουν μακροπρόθεσμα στη συμπεριφορά και γενικότερα τον δρόμο που θα πάρουν οι μαθητές.

Ο στόχος τους, επομένως, πρέπει να είναι να τους υποστηρίξουν και να τους προφυλάξουν σε κάθε περίπτωση από τη χρήση ουσιών και κατ’ επέκταση από τον εθισμό τους σε αυτές, βάζοντας σε εφαρμογή αποτελεσματικές στρατηγικές πρόληψης.

Θα μπορούσαν, για παράδειγμα, να επικεντρωθούν στο να ανακαλύψουν για τους έφηβους ουσιαστικούς τρόπους να ανήκουν στο σχολείο. Ίσως να το κατάφερναν μέσα από τη διοργάνωση μίας θεατρικής παράστασης ή ενός αγώνα μπάσκετ με φιλανθρωπικό σκοπό.

Αυτές οι δραστηριότητες θα ενίσχυαν την αίσθηση της δημιουργικότητας και της συνεργασίας των παιδιών, γεγονός που θα οδηγούσε στην ανάπτυξη γερών σχέσεων με νόημα και ουσία και θα γέμιζαν τον χρόνο των μαθητών δημιουργικά, θα τους έκαναν να νιώθουν μέρος μιας ομάδας και το πιθανότερο είναι να τα απέτρεπαν από το να στραφούν στη χρήση ουσιών.